ΝΟΜΟΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 4313/2014 - ΦΕΚ Α' 261/17.12.2014
Ρυθμίσεις θεμάτων Μεταφορών, Τηλεπικοινωνιών και Δημοσίων Έργων και άλλες διατάξεις.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄
ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗΣ ΣΙΔΗΡΟΔΡΟΜΙΚΩΝ ΑΤΥΧΗΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ - ΠΛΗΡΗΣ ΕΝΑΡΜΟΝΙΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΣ ΣΤΙΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ 2004/49/ΕΚ
Άρθρο 1: Σκοπός - Ορισμοί
Άρθρο 2: Σύσταση της Επιτροπής Διερεύνησης Σιδηροδρομικών Ατυχημάτων και Συμβάντων
Άρθρο 3: Συγκρότηση - Θητεία μελών
Άρθρο 4: Ασυμβίβαστα - Υποχρεώσεις των μελών
Άρθρο 5: Πειθαρχική ευθύνη των μελών
Άρθρο 6: Εκπροσώπηση της Επιτροπής
Άρθρο 7: Λειτουργία της Επιτροπής
Άρθρο 8: Αρμοδιότητες Προέδρου
Άρθρο 9: Προσωπικό της Επιτροπής
Άρθρο 10: Πόροι
Άρθρο 11: Κανονισμός Εσωτερικής Λειτουργίας και Διαχείρισης
Άρθρο 12: Υποχρέωση διερεύνησης
Άρθρο 13: Διεξαγωγή της έρευνας
Άρθρο 14: Διαδικασία διενέργειας έρευνας
Άρθρο 15: Εκθέσεις
Άρθρο 16: Συστάσεις ασφάλειας
Άρθρο 17: Εμπιστευτικότητα
Άρθρο 18: Ενημέρωση του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Σιδηροδρόμων
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄
ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΕΞΥΠΗΡΕΤΗΣΗΣ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΩΝ
Άρθρο 19: Προσαρμογή της περί υπαίθριων σταθμών αυτοκινήτων νομοθεσίας στις χωροταξικές απαιτήσεις
Άρθρο 20: Προσαρμογή της περί συνεργείων νομοθεσίας στις πολεοδομικές απαιτήσεις
Άρθρο 21: Τροποποίηση του άρθρου 34 του ν. 2963/2001
Άρθρο 22: Προσαρμογή πρατηρίων καυσίμων στα γεωμετρικά χαρακτηριστικά της οδού
Άρθρο 23: Τροποποίηση του άρθρου 5 του β.δ. 465/1970
Άρθρο 24: Συμπλήρωση του άρθρου 23 του ν. 3185/2003
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄
ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΠΙΒΑΤΙΚΕΣ ΜΕΤΑΦΟΡΕΣ
Άρθρο 25: Ρυθμίσεις σχετικά με τη διάθεση εισιτηρίων και τον έλεγχο κομίστρου στα μέσα μεταφοράς
Άρθρο 26: Κανονισμός Δικαιωμάτων Επιβατών και εφαρμογή διατάξεων των Κανονισμών (ΕΚ) 181/2011, 1371/2007 και 2006/2004
Άρθρο 27: Θέματα Διεθνών Λεωφορειακών Γραμμών
Άρθρο 28: Χορήγηση Πιστοποιητικών Επαγγελματικής Ικανότητας
Άρθρο 29: Ρύθμιση θεμάτων οχημάτων δημόσιων υπεραστικών οδικών μεταφορών
Άρθρο 30: Ρυθμίσεις θεμάτων ΟΑΣΘ
Άρθρο 31: Ρυθμίσεις για Ε.Δ.Χ. οχήματα
Άρθρο 32: Κατηγορίες παραβάσεων λειτουργίας των Ε.Δ.Χ. αυτοκινήτων
Άρθρο 33: Ρυθμίσεις για εκμισθωμένα Ι.Χ. αυτοκίνητα με οδηγό
Άρθρο 34: Τροποποίηση διατάξεων του ν. 2963/2001
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ΄
ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΙΚΕΣ ΜΕΤΑΦΟΡΕΣ
Άρθρο 35: Σύσταση Μικτών Κλιμακίων Ελέγχου σε δήμους
Άρθρο 36: Τροποποίηση διατάξεων του ν. 3446/2006
Άρθρο 37: Εξαιρέσεις από την εφαρμογή του Κανονισμού (ΕΚ) 561/2006
Άρθρο 38: Χορήγηση αδειών κυκλοφορίας Φ.Ι.Χ. Αυτοκινήτων
Άρθρο 39: Συμπληρωματικές ρυθμίσεις για Φ.Ι.Χ. Αυτοκίνητα
Άρθρο 40: Κατάταξη εγκαταστάσεων επιθεωρήσεων οχημάτων μεταφοράς επικίνδυνων εμπορευμάτων
Άρθρο 41: Τροποποίηση του άρθρου 11 του ν. 3887/2010
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε΄
ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΣΙΔΗΡΟΔΡΟΜΙΚΕΣ ΜΕΤΑΦΟΡΕΣ
Άρθρο 42: Τροποποίηση διατάξεων του ν. 4199/2013
Άρθρο 43: Τροποποίηση διατάξεων του π.δ. 104/2010
Άρθρο 44: Ανάθεση διαχείρισης τροχαίου υλικού στην εταιρεία ΓΑΙΑΟΣΕ Α.Ε.
Άρθρο 45: Ρύθμιση θεμάτων Ρυθμιστικής Αρχής Σιδηροδρόμων, ΟΣΕ Α.Ε., ΤΡΑΙΝΟΣΕ Α.Ε. και ΕΕΣΣΤΥ Α.Ε.
Άρθρο 46: Τροποποίηση του άρθρου 3 του ν. 2286/1995
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ΄
ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΛΟΙΠΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ
Άρθρο 47: Παράταση εγκρίσεων τύπου για ταξινόμηση οχημάτων και θέματα εφαρμογής της Ευρωπαϊκής Συμφωνίας της Γενεύης (1970) για την Εργασία των Πληρωμάτων των Οχημάτων που εκτελούν Διεθνείς Οδικές Μεταφορές (AETR)
Άρθρο 48: Ρυθμίσεις θεμάτων του Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας
Άρθρο 49: Οχήματα ιστορικού ενδιαφέροντος
Άρθρο 50: Τροποποίηση διατάξεων του ν. 3429/2005
Άρθρο 51: Τροποποίηση διατάξεων του ν. 4199/2013
Άρθρο 52: Τροποποίηση διατάξεων των νόμων 1108/1980,2773/1999, 4199/2013 και 4233/2014
Άρθρο 53: Τροποποίηση του ν. 2912/2001
Άρθρο 54: Τροποποίηση διατάξεων του π.δ. 52/2012
Άρθρο 55: Επιβολή τέλους συνδρομής σε Άτομα με Αναπηρία και Μειωμένη Κινητικότητα (Τέλος ΑμεΑ)
Άρθρο 56: Τέλη υπηρεσιών τήρησης μητρώου αεροσκαφών
Άρθρο 57: Τροποποίηση του άρθρου 22 του ν. 3913/2011
Άρθρο 58: Τροποποίηση διατάξεων του ν. 4146/2013
Άρθρο 59: Ρυθμίσεις θεμάτων συστήματος εισροών - εκροών πρατηρίων καυσίμων
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Z΄
ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΘΕΜΑΤΩΝ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΤΑΧΥΔΡΟΜΕΙΩΝ
Άρθρο 60: Τροποποίηση διατάξεων του ν. 4070/2012
Άρθρο 61: Αδειοδότηση κεραιοσυστημάτων ραδιοφωνικών σταθμών
Άρθρο 62: Ρυθμίσεις θεμάτων αδειοδότησης κεραιών τηλεοπτικής ευρυεκπομπής
Άρθρο 63: Τροποποίηση διατάξεων του ν. 4053/2012
Άρθρο 64: Τροποποίηση του άρθρου 65 του ν. 4155/2013
Άρθρο 65: Τροποποίηση διατάξεων του άρθρου 24Α του ν. 2075/1992 (Α` 129)
Άρθρο 66: Ρύθμιση θεμάτων ΕΛ.ΤΑ.
Άρθρο 67: Ρύθμιση θεμάτων τηλεφωνικών γραμμών έκτακτης ανάγκης
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Η΄
ΡΥΘΜΙΣΗ ΘΕΜΑΤΩΝ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΡΓΩΝ
Άρθρο 68: Τροποποίηση του άρθρου 8 του ν. 2744/1999
Άρθρο 69: Τροποποίηση διατάξεων του ν. 3164/2003
Άρθρο 70: Τροποποίηση διατάξεων της Κωδικοποίησης της Νομοθεσίας Δημοσίων Έργων (κ.ν. 3669/2008)
Άρθρο 71: Ρυθμίσεις για τα μηχανήματα έργων και τα αγροτικά μηχανήματα
Άρθρο 72: Τροποποίηση διατάξεων του Κώδικα Αναγκαστικών Απαλλοτριώσεων Ακινήτων (κ.ν. 2882/2001)
Άρθρο 73: Δαπάνες διαχείρισης και διοίκησης εποπτευομένων από το Υπουργείο Υποδομών, εταφορών και Δικτύων Νομικών Προσώπων
Άρθρο 74: Τροποποίηση του άρθρου 12 του ν. 679/1977
Άρθρο 75: Τροποποίηση του π.δ. 138/2009
Άρθρο 76: Ρύθμιση θεμάτων της ανώνυμης εταιρείας «ΚΤΙΡΙΑΚΕΣ ΥΠΟΔΟΜΕΣ Α.Ε.»
Άρθρο 77: Ρύθμιση μετατάξεων και αποσπάσεων υπαλλήλων της εταιρίας «ΚΤΙΡΙΑΚΕΣ ΥΠΟΔΟΜΕΣ Α.Ε.»
Άρθρο 78: Τροποποίηση διατάξεων του ν. 3614/2007
Άρθρο 79: Ρυθμίσεις θεμάτων ποινικών ρητρών σε συμβάσεις δημοσίων έργων
Άρθρο 80: Οδοί διερχόμενες από ιδιοκτησίες της ΑΔΜΗΕ ΑΕ και της ΔΕΗ ΑΕ
Άρθρο 81: Συγκρότηση Κέντρου Επιχειρησιακής Ετοιμότητας (Κ.ΕΠ.ΕΤ.) του Υπουργείου Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων
Άρθρο 82: Τροποποίηση του άρθρου 6 του ν. 4250/2014
Άρθρο 83: Ρυθμίσεις για τη σύνδεση αυτοκινητοδρόμων με πρατήρια παροχής καυσίμων και ενέργειας
Άρθρο 84: Τροποποίηση του άρθρου 10 του ν. 2576/1998
Άρθρο 85: Τροποποίηση του άρθρου 37 του ν. 4262/2014
Άρθρο 86: Ρυθμίσεις σχετικά με τη λειτουργία των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης
Άρθρο 87
Άρθρο 88: Ρυθμίσεις θεμάτων ΤΡΑΙΝΟΣΕ Α.Ε.
Άρθρο 89: Τροποποίηση του άρθρου 8 του κ.ν. 3669/2008
Άρθρο 90: Τροποποίηση διατάξεων του ν. 4030/2011
Άρθρο 91: Τροποποίηση διατάξεων του ν. 4030/2011
Άρθρο 92
Άρθρο 93: Έναρξη ισχύος
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄
ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗΣ ΣΙΔΗΡΟΔΡΟΜΙΚΩΝ ΑΤΥΧΗΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ - ΠΛΗΡΗΣ ΕΝΑΡΜΟΝΙΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΣ ΣΤΙΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ 2004/49/ΕΚ
Άρθρο 1
Σκοπός - Ορισμοί
1. Σκοπός του παρόντος είναι η πλήρης προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας στις διατάξεις του Κεφαλαίου V της Οδηγίας 2004/49/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29 Απριλίου 2004, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, «για την ασφάλεια των κοινοτικών σιδηροδρόμων, η οποία τροποποιεί την Οδηγία 95/18/ΕΚ του Συμβουλίου, σχετικά με τις άδειες σε σιδηροδρομικές επιχειρήσεις και την Οδηγία 2001/14/ ΕΚ, σχετικά με την κατανομή της χωρητικότητας των σιδηροδρομικών υποδομών και τις χρεώσεις για τη χρήση σιδηροδρομικής υποδομής, καθώς και με την πιστοποίηση ασφάλειας», η οποία ενσωματώθηκε στο ελληνικό δίκαιο με το π.δ. 160/2007 (Α` 201), όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, προκειμένου να βελτιωθεί η ασφάλεια των σιδηροδρομικών μεταφορών.
2. Για την επίτευξη του ανωτέρω σκοπού, διερευνάται κάθε σιδηροδρομικό ατύχημα και σοβαρό συμβάν, με στόχο τη διακρίβωση των αιτίων που προκάλεσαν το ατύχημα ή το σοβαρό συμβάν και όχι τη διαπίστωση υπαιτιότητας και τον καταλογισμό ευθυνών ή την αναγνώριση αξιώσεων.
3. Για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Κεφαλαίου, ισχύουν οι ορισμοί του άρθρου 3 του π.δ. 160/2007 (Α` 201), όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει.
Άρθρο 2
Σύσταση της Επιτροπής Διερεύνησης Σιδηροδρομικών Ατυχημάτων και Συμβάντων
1. Συνιστάται ανεξάρτητη διοικητική αρχή, με την επωνυμία «Επιτροπή Διερεύνησης Σιδηροδρομικών Ατυχημάτων και Συμβάντων», εφεξής καλούμενη «Επιτροπή», η οποία είναι αρμόδια για τη διερεύνηση σιδηροδρομικών ατυχημάτων και συμβάντων, όπως αυτά ορίζονται στο άρθρο 3 του π.δ. 160/2007, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει. Η Επιτροπή έχει έδρα την Αθήνα.
2. Η Επιτροπή έχει λειτουργική ανεξαρτησία, διοικητική και οικονομική αυτοτέλεια, δεν υπόκειται σε έλεγχο από κυβερνητικά όργανα ή άλλη διοικητική αρχή και οφείλει να εφαρμόζει τις διατάξεις του ν. 4270/2014 (Α` 143).
3. Η Επιτροπή ενεργεί ανεξάρτητα από οποιονδήποτε διαχειριστή υποδομής, σιδηροδρομική επιχείρηση, φορέα χρέωσης, φορέα κατανομής, κοινοποιημένο οργανισμό, την Αρχή Ασφάλειας Σιδηροδρομικών Μεταφορών, κάθε Αρχή που συμμετέχει στην ανάθεση υποχρέωσης δημόσιας υπηρεσίας, καθώς και από οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή ρυθμιστικό φορέα, τα συμφέροντα των οποίων συγκρούονται με την αποστολή και τις αρμοδιότητές της.
4. Κάθε χρόνο η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση πεπραγμένων στον Πρόεδρο της Βουλής και στον Υπουργό Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων.
Άρθρο 3
Συγκρότηση - Θητεία μελών
1. Η Επιτροπή απαρτίζεται από πέντε (5) μέλη: τον Πρόεδρο και τέσσερα (4) ακόμη τακτικά μέλη. Ο Πρόεδρος και τα μέλη της Επιτροπή είναι πρόσωπα εγνωσμένου κύρους και διακρίνονται για την επιστημονική τους κατάρτιση και την επαγγελματική τους ικανότητα ή εμπειρία στον τεχνικό, οικονομικό ή νομικό τομέα ή στον τομέα των σιδηροδρομικών μεταφορών.
2. Ο Πρόεδρος και τα μέλη της Επιτροπής διορίζονται με απόφαση του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
3. Η θητεία των μελών της Επιτροπής είναι πενταετής, η οποία παρατείνεται αυτοδικαίως μέχρι το διορισμό νέων μελών. Η θητεία κάθε μέλους μπορεί να ανανεωθεί μία μόνο φορά.
4. Ο Πρόεδρος της Επιτροπής είναι πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης.
5. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων καθορίζονται οι αποδοχές του Προέδρου και οι αποζημιώσεις των μελών της Επιτροπής, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις. Η σχετική δαπάνη βαρύνει τον προϋπολογισμό της Επιτροπής.
6. Κατά τη διάρκεια της θητείας του Προέδρου της Επιτροπής αναστέλλεται η άσκηση οποιουδήποτε δημοσίου λειτουργήματος, καθώς και η άσκηση καθηκόντων σε οποιαδήποτε θέση στο Δημόσιο, σε Ν.Π.Δ.Δ. και σε νομικά πρόσωπα του ευρύτερου δημόσιου τομέα.
7. Ο Πρόεδρος της Επιτροπής, εάν προέρχεται από φορέα του δημόσιου τομέα, όπως αυτός ορίζεται στο άρθρο 1 του ν. 2190/1994, μετά τη λήξη της θητείας του επανέρχεται αυτοδικαίως στη θέση που κατείχε πριν από το διορισμό του. Στον Πρόεδρο, εφόσον είναι μέλος Δ.Ε.Π. ή Ερευνητικού Προσωπικού των Α.Ε.Ι., χορηγείται άδεια από τα αρμόδια όργανα του οικείου Α.Ε.Ι.
Άρθρο 4
Ασυμβίβαστα - Υποχρεώσεις των μελών
1. Τα μέλη της Επιτροπής απολαύουν λειτουργικής και προσωπικής ανεξαρτησίας κατά την άσκηση των καθηκόντων τους και υποχρεούνται να ασκούν τα καθήκοντα τους με αμεροληψία και αντικειμενικότητα. Κατά τη διάρκεια της θητείας τους, αλλά και πέντε χρόνια μετά την αποχώρησή τους με οποιονδήποτε τρόπο, τα μέλη της Επιτροπής έχουν υποχρέωση εχεμύθειας.
2. Τα μέλη της Επιτροπής δεν επιτρέπεται να κατέχουν θέση δημοσίου, μόνιμου ή μετακλητού υπαλλήλου στο Υπουργείο Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, ούτε στους εποπτευόμενους από αυτό φορείς και νομικά πρόσωπα, ούτε στη Ρυθμιστική Αρχή Σιδηροδρόμων του ν. 3891/2010 (A` 188) ή σε οποιαδήποτε αρμόδια αρχή που συμμετέχει στην ανάθεση υποχρέωσης δημόσιας υπηρεσίας (Υ.Δ.Υ.), ούτε να κατέχουν θέση σε οποιαδήποτε σιδηροδρομική επιχείρηση ή διαχειριστή σιδηροδρομικής υποδομής ή φορέα χρέωσης ή φορέα κατανομής ή κοινοποιημένο οργανισμό ή να συμμετέχουν στο κεφάλαιό της ή να έχουν άμεσο ή έμμεσο προσπορισμό οποιουδήποτε οφέλους από υπηρεσίες σιδηροδρομικών επιχειρήσεων ή από τρίτους, που επηρεάζονται άμεσα από τη δραστηριότητά τους, για όσο χρόνο διαρκεί η θητεία τους, καθώς και για τα δύο (2) επόμενα έτη από τη λήξη της.
Αν τα μέλη της Επιτροπής κατέχουν εταιρικά μερίδια ή μετοχές σε οποιαδήποτε σιδηροδρομική επιχείρηση ή άλλη επιχείρηση ή νομικό πρόσωπο του προηγούμενου εδαφίου, που έχουν αποκτήσει από κληρονομική διαδοχή κατά τη διάρκεια της θητείας τους, υποχρεούνται να απέχουν από την ενάσκηση των δικαιωμάτων συμμετοχής και ψήφου στα όργανα διοίκησης, διαχείρισης και ελέγχου των εν λόγω επιχειρήσεων και μέχρι τη συμπλήρωση δύο (2) ετών από τη λήξη της θητείας τους.
3. Δεν συνιστά ασυμβίβαστο για τα μέλη της Επιτροπής η άσκηση διδακτικών καθηκόντων μέλους Δ.Ε.Π. των Α.Ε.Ι., με καθεστώς μερικής απασχόλησης, η άσκηση καθηκόντων μέλους του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, καθώς και η άσκηση του δικηγορικού λειτουργήματος, με την επιφύλαξη ότι κατά τη διάρκεια της θητείας τους δεν παρέχονται υπηρεσίες σε πρόσωπα που παρέχουν υπηρεσίες σιδηροδρομικών μεταφορών ή συμμετέχουν σε διαγωνισμούς που προκηρύσσει η Επιτροπή.
4. Η παράβαση από μέλος της Επιτροπής των απαγορεύσεων των ανωτέρω παραγράφων, κατά τη διάρκεια της θητείας του, αποτελεί πειθαρχικό παράπτωμα, που τιμωρείται με την ποινή της έκπτωσης από τη θέση του μέλους της Επιτροπής. Για τη διαπίστωση της διάπρα- ξης του ανωτέρω παραπτώματος κινείται πειθαρχική διαδικασία, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις παραγράφους 3 και 4 του άρθρου 5. Η κατά τα ως άνω έκπτωση δεν αποκλείει την ποινική ή αστική ευθύνη του, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις. Η διαπίστωση της έκπτωσης γίνεται με απόφαση του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, ο οποίος ταυτόχρονα προβαίνει σε αντικατάσταση του μέλους για το υπόλοιπο της θητείας, με τη διαδικασία του άρθρου 3 παράγραφος 2 του παρόντος νόμου.
5. Τα ασυμβίβαστα της παραγράφου 2 υφίστανται για τα μέλη της Επιτροπής και όταν αυτά συντρέχουν στο πρόσωπο συζύγων και συγγενών εξ αίματος ή εξ αγχιστείας μέχρι και του δευτέρου βαθμού.
6. Η ιδιότητα του μέλους αναστέλλεται αν εκδοθεί αμετάκλητο παραπεμπτικό βούλευμα για αδίκημα που συνεπάγεται κώλυμα διορισμού σε θέση δημοσίου υπαλλήλου ή έκπτωση δημοσίου υπαλλήλου, σύμφωνα με τις διατάξεις του Υπαλληλικού Κώδικα, και μέχρι να εκδοθεί αμετάκλητη αθωωτική απόφαση. Αν ανασταλεί η ιδιότητα μέλους, διορίζεται νέο μέλος με τη διαδικασία της παραγράφου 2 του άρθρου 3. Η θητεία του νέου μέλους διαρκεί όσο και ο χρόνος αναστολής.
7. Τα μέλη της Επιτροπής υποβάλλουν κατ’ έτος την προβλεπόμενη από τις διατάξεις του ν. 3213/2003 (Α` 309) δήλωση περιουσιακής κατάστασης.
Άρθρο 5
Πειθαρχική ευθύνη των μελών
1. Όλα τα μέλη της Επιτροπής υπέχουν πειθαρχική ευθύνη για παραβάσεις των υποχρεώσεών τους, που απορρέουν από τη νομοθεσία.
2. Τα μέλη της Επιτροπής υπάγονται στο πειθαρχικό συμβούλιο, το οποίο προβλέπεται από το άρθρο 24 του ν. 3891/2010 (Α` 216), για τα μέλη της Ρυθμιστικής Αρχής Σιδηροδρόμων (Ρ.Α.Σ.) του άρθρου 22 του ν. 3891/2010 (Α` 188).
3. Την πειθαρχική διαδικασία ενώπιον του πειθαρχικού συμβουλίου κινεί ο Υπουργός Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων για τον Πρόεδρο και τα λοιπά μέλη της Επιτροπής.
4. Στον Κανονισμό Εσωτερικής Λειτουργίας και Διαχείρισης του άρθρου 13 ρυθμίζονται οι πειθαρχικές ποινές των μελών της Επιτροπής, η πειθαρχική διαδικασία και κάθε σχετικό θέμα.
Άρθρο 6
Εκπροσώπηση της Επιτροπής
1. Η Επιτροπή έχει ικανότητα δικαίου και παρίσταται αυ- τοτελώς ως διάδικος στα δικαστήρια σε κάθε είδους δίκες.
2. Ο Πρόεδρος εκπροσωπεί την Επιτροπή έναντι κάθε άλλης Αρχής ή έναντι τρίτων, δικαστικώς και εξωδίκως. Σε περίπτωση κωλύματος του Προέδρου, η Επιτροπή ορίζει ένα μέλος της προκειμένου να την εκπροσωπήσει.
3. Η Επιτροπή μπορεί με απόφασή της να ορίζει άλλο μέλος της ή τρίτο πρόσωπο, το οποίο θα την εκπροσωπεί για συγκεκριμένη πράξη ή ενέργεια ή κατηγορία πράξεων ή ενεργειών.
Άρθρο 7
Λειτουργία της Επιτροπής
1. Η Επιτροπή συνέρχεται στην έδρα της ή και εκτός αυτής, αν τούτο έχει οριστεί προηγουμένως, τακτικώς τουλάχιστον μία (1) φορά το μήνα και εκτάκτως, όταν ζητηθεί από τον Πρόεδρο αυτής. Δύναται να συνεδριάζει και με τη χρήση ηλεκτρονικών μέσων (τηλεδιάσκεψη). Η Επιτροπή συνεδριάζει νομίμως, εφόσον μετέχουν στη συνεδρίαση ο Πρόεδρος ή, όταν αυτός απουσιάζει, ο νόμιμα ορισμένος από την Επιτροπή αναπληρωτής του και δύο (2) τουλάχιστον μέλη (απαρτία). Τα τακτικά μέλη της Επιτροπής δεν μπορούν να απουσιάζουν αδικαιολόγητα για περισσότερες από τρεις (3), κατά σειρά, συνεδριάσεις. Η Επιτροπή μπορεί να λειτουργήσει, όχι όμως πέρα από ένα τρίμηνο, αν κάποια από τα μέλη της εκλείψουν ή αποχωρήσουν για οποιονδήποτε λόγο ή απολέσουν την ιδιότητα, βάσει της οποίας ορίστηκαν, εφόσον, κατά τις συνεδριάσεις της, τα λοιπά μέλη επαρκούν, ώστε να υπάρχει απαρτία.
2. Χρέη γραμματέα εκτελεί υπάλληλος της Επιτροπής, ο οποίος ορίζεται με απόφαση του Προέδρου. Ο γραμματέας παρίσταται σε όλες τις συνεδριάσεις.
3. Η Επιτροπή συγκαλείται σε συνεδρίαση από τον Πρόεδρο αυτής, ο οποίος καταρτίζει τα θέματα της ημερήσιας διάταξης. Τη σύγκληση της Επιτροπής μπορεί να ζητήσει και ο Υπουργός Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, ο οποίος ορίζει και τα προς συζήτηση θέματα. Στην περίπτωση αυτή, ο Πρόεδρος έχει υποχρέωση να συγκαλέσει την Επιτροπή εντός πέντε (5) εργάσιμων ημερών από τη λήψη του σχετικού αιτήματος.
4. Η Επιτροπή μπορεί να καλεί στις συνεδριάσεις της, προς παροχή πληροφοριών ή προσαγωγή στοιχείων, υπηρεσιακούς παράγοντες ή και τρίτους, οι οποίοι αποχωρούν σε κάθε περίπτωση πριν από την ψηφοφορία. Λεπτομέρειες ορίζονται στον Κανονισμό Εσωτερικής Λειτουργίας και Διαχείρισης.
5. Για τη λειτουργία της Επιτροπής εφαρμόζονται οι διατάξεις του παρόντος νόμου, του Κανονισμού Εσωτερικής Λειτουργίας και Διαχείρισης και συμπληρωματικά οι διατάξεις του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας (ν. 2690/1999, Α` 45).
Άρθρο 8
Αρμοδιότητες Προέδρου
1. Ο Πρόεδρος της Επιτροπής έχει τις αρμοδιότητες που προβλέπονται στον παρόντα νόμο, καθώς και στον Κανονισμό Εσωτερικής Λειτουργίας και Διαχείρισης του άρθρου 11.
2. Ο Πρόεδρος προΐσταται όλων των υπηρεσιών της Επιτροπής, διευθύνει τη λειτουργία τους και ασκεί την πειθαρχική εξουσία επί του προσωπικού.
3. Ο Πρόεδρος μεριμνά για την εκτέλεση των αποφάσεων της Επιτροπής και την εν γένει εύρυθμη λειτουργία της.
4. Ο Πρόεδρος μπορεί με απόφασή του να εξουσιοδοτήσει άλλα μέλη της Επιτροπής ή στελέχη από το προσωπικό της να υπογράφουν «με εντολή Προέδρου» έγγραφα ή άλλες πράξεις της αρμοδιότητάς του.
5. Το μέλος που ορίζεται ως αναπληρωτής του Πρόεδρου, όταν αυτός κωλύεται, ασκεί τις αρμοδιότητες που του εκχωρούνται με απόφαση της Επιτροπής.
Άρθρο 9
Προσωπικό της Επιτροπής
1. Η Επιτροπή έχει ίδιο προσωπικό, στο οποίο περιλαμβάνονται στελέχη ικανά να επιτελούν τα καθήκοντα του υπεύθυνου έρευνας σε περίπτωση σιδηροδρομικών ατυχημάτων και συμβάντων, όπως αυτά ορίζονται στο άρθρο 3 του π.δ. 160/2007, όπως ισχύει.
2. Για τη στελέχωσή της συνιστώνται δώδεκα (12) θέσεις προσωπικού με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου ως εξής: α) τέσσερις (4) θέσεις Ειδικού Επιστημονικού Προσωπικού, σύμφωνα με το άρθρο 2 του π.δ. 50/2001 (Α` 39), β) έξι (6) θέσεις τακτικού προσωπικού και γ) δύο (2) θέσεις Γραμματέων. Η κατανομή των θέσεων του προσωπικού μπορεί να τροποποιηθεί με τον Κανονισμό Εσωτερικής Λειτουργίας και Διαχείρισης του άρθρου 11.
3. Η πρόσληψη του προσωπικού διενεργείται μετά από προκήρυξη της Επιτροπής, που δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα της και στον Τύπο, στην οποία εξειδικεύονται τα εκάστοτε απαιτούμενα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα, και τελεί υπό τον κατασταλτικό έλεγχο του ΑΣΕΠ. Για την πρόσληψη απαιτείται η έγκριση της Επιτροπής της ΠΥΣ 33/2006.
4. Η πλήρωση των θέσεων του προσωπικού της Επιτροπής μπορεί να γίνει με μεταφορά πλεονάζοντος προσωπικού αντίστοιχων προσόντων από φορείς του δημόσιου τομέα που έχει ενταχθεί στη διαδικασία της κινητικότητας των νόμων 4093/2012 (Α` 222) και 4172/2013 (Α` 167) και της λοιπής σχετικής νομοθεσίας. Οι δαπάνες μισθοδοσίας του προσωπικού της βαρύνουν αποκλειστικά τον προϋπολογισμό της Επιτροπής.
5. Προκειμένου να καλυφθούν οι ανάγκες της Επιτροπής σε προσωπικό κατά την πρώτη εφαρμογή του παρόντος, επιτρέπεται, με κοινές αποφάσεις του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού να μεταφέρεται και να εντάσσεται σε οργανικές θέσεις της Επιτροπής, κατά παρέκκλιση των γενικών διατάξεων, προσωπικό που υπηρετεί σε φορείς της Γενικής Κυβέρνησης, εφόσον έχει τα τυπικά προσόντα που απαιτούνται για την πρόσληψη στις αντίστοιχες θέσεις. Η επιλογή των μεταφε- ρομένων και εντασσομένων γίνεται από επιτροπή που συγκροτείται με απόφαση της Επιτροπής, μετά από σχετική δημόσια ανακοίνωση, στην οποία καθορίζονται και οι ειδικότεροι όροι και προϋποθέσεις για τους ενδιαφερομένους.
6. Για την κάλυψη των αναγκών της Επιτροπής σε προσωπικό μπορεί, μετά από πρόταση αυτής και κατά παρέκκλιση των γενικών διατάξεων, με κοινή απόφαση του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, του Υπουργού Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού, κατόπιν αίτησης των ενδιαφερομένων, να αποσπάται προσωπικό από φορείς της Γενικής Κυβέρνησης για χρονικό διάστημα δύο (2) ετών, που μπορεί να ανανεωθεί για μία ακόμα φορά.
7. Οι αποδοχές του προσωπικού της Επιτροπής, στους οποίους περιλαμβάνονται και οι αποσπασμένοι, καθορίζονται, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.
8. Τα κωλύματα, τα ασυμβίβαστα διορισμού, η απαγόρευση ανάληψης θέσης για δύο (2) έτη μετά τη λήξη της θητείας των μελών της Επιτροπής και οι προβλεπόμενες γι’ αυτό κυρώσεις, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 4, εφαρμόζονται και στο προσωπικό της Επιτροπής.
9. Το προσωπικό της Επιτροπής οφείλει να τηρεί εχεμύθεια για θέματα που χαρακτηρίζονται ως απόρρητα από τις κείμενες διατάξεις, καθώς και για γεγονότα ή πληροφορίες, των οποίων λαμβάνει γνώση κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του ή επ’ ευκαιρία αυτών.
Άρθρο 10
Πόροι
1. Οι πιστώσεις για τη λειτουργία της Επιτροπής εγγράφονται σε ειδικό φορέα του προϋπολογισμού του Υπουργείου Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις. Οι σχετικές δαπάνες εκκαθαρίζονται από την αρμόδια Υπηρεσία Δημοσιονομικού Ελέγχου του Υπουργείου Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων. Ο ετήσιος προϋπολογισμός πρέπει να εναρμονίζεται με τις δημοσιονομικές πολιτικές του εποπτεύο- ντος Υπουργείου και με τις διατάξεις του ν. 4270/2014.
2. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, η οποία εκδίδεται μετά από εισήγηση της Επιτροπής, μπορεί να καθορίζονται πρόσθετοι πόροι, πλέον του Κρατικού Προϋπολογισμού, υπέρ της Επιτροπής, καθώς και οι λεπτομέρειες για τη διαδικασία υπολογισμού, είσπραξης, διαχείρισης και απόδοσης αυτών.
Άρθρο 11
Κανονισμός Εσωτερικής Λειτουργίας και Διαχείρισης
1. Ύστερα από γνώμη της Επιτροπής, με κοινή απόφαση των Υπουργών Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, Οικονομικών και Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων θεσπίζεται Κανονισμός Εσωτερικής Λειτουργίας και Διαχείρισης της Επιτροπής εντός έξι (6) μηνών από τη δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως της απόφασης διορισμού του Προέδρου και των μελών της Επιτροπής.
2. Στον Κανονισμό Εσωτερικής Λειτουργίας και Διαχείρισης ρυθμίζονται ιδίως:
α) τα θέματα εσωτερικής λειτουργίας της Επιτροπής,
β) η διάρθρωση και λειτουργία των Υπηρεσιών της Επιτροπής και οι αρμοδιότητές τους, καθώς και οι θέσεις ευθύνης του προσωπικού,
γ) ο αριθμός των θέσεων του προσωπικού, τα απαραίτητα τυπικά προσόντα τους και η κατανομή τους κατά κατηγορίες, κλάδους και ειδικότητες,
δ) η πειθαρχική διαδικασία,
ε) τα θέματα προμηθειών,
στ) η διαδικασία σύναψης συμβάσεων κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου,
ζ) η διαδικασία διερεύνησης των σιδηροδρομικών ατυχημάτων και συμβάντων, καθώς και η διάρκεια και ο τρόπος διατήρησης των αποδεικτικών στοιχείων,
η) ο τύπος και το περιεχόμενο της Έκθεσης Διερεύνησης,
θ) ο ορισμός ορκωτού ελεγκτή ή ελεγκτικής εταιρείας,
ι) η διαδικασία και τα κριτήρια επιλογής διερευνητών κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 4 του παρόντος και
ια) κάθε άλλο θέμα σχετικό με τη λειτουργία της και την άσκηση των αρμοδιοτήτων της Επιτροπής.
3. Μέχρι την έκδοση του Κανονισμού Εσωτερικής Λειτουργίας της Αρχής, ο Πρόεδρος της Αρχής ορίζεται ως διατάκτης, μπορεί έπειτα από απόφαση της Αρχής, να εκδίδει χρηματικά εντάλματα και να διαχειρίζεται το λογαριασμό της Επιτροπής, να συνάπτει συμβάσεις και να αποφασίζει για την ανάθεση προμηθειών, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις.
4. Η Επιτροπή μπορεί να χρησιμοποιεί άτομα καταλλήλως εκπαιδευμένα και πιστοποιημένα για την υποστήριξη της διερεύνησης των σιδηροδρομικών ατυχημάτων, ως ειδικούς διερευνητές Σιδηροδρομικών Ατυχημάτων, εφεξής καλούμενους «Διερευνητές». Η εκπαίδευση, τα προσόντα και οι λοιπές προϋποθέσεις επιλογής ως Διερευνητή, καθώς και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια ορίζονται αναλυτικά στον Κανονισμό Εσωτερικής Λειτουργίας.
5. Η Επιτροπή μπορεί να προβαίνει σε ανάθεση μελετών, έργων, συμβάσεων παροχής υπηρεσιών, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται οι υπηρεσίες ειδικών διερευνητών ή τεχνικών συμβούλων, και προμηθειών για θέματα που άπτονται της λειτουργίας της. Η σύναψη και υλοποίηση των συμβάσεων αυτών διέπονται από τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις της οικείας νομοθεσίας και από τον Κανονισμό Εσωτερικής Λειτουργίας και Διαχείρισης.
6. Η Επιτροπή διατηρεί ενημερωμένη ιστοσελίδα και τηλεφωνική γραμμή για την ενημέρωση και επικοινωνία των ενδιαφερομένων.
Άρθρο 12
Υποχρέωση διερεύνησης
1. Η Επιτροπή υποχρεούται να προβαίνει στη διεξαγωγή έρευνας μετά από σοβαρά σιδηροδρομικά ατυχήματα. Στόχος της διερεύνησης είναι η βελτίωση της σιδηροδρομικής ασφάλειας και η πρόληψη ατυχημάτων.
2. Πέραν των σοβαρών ατυχημάτων, η Επιτροπή μπορεί να διερευνά τα ατυχήματα και τα συμβάντα που, υπό διαφορετικές συνθήκες, θα μπορούσαν να έχουν οδηγήσει σε σοβαρά ατυχήματα, μεταξύ των οποίων τεχνικές βλάβες στα διαρθρωτικά υποσυστήματα ή στα στοιχεία διαλειτουργικότητας του σιδηροδρομικού συστήματος μεγάλης ταχύτητας ή του συμβατικού σιδηροδρομικού συστήματος.
3. Η Επιτροπή έχει τη διακριτική ευχέρεια να αποφασίζει κατά πόσον πρέπει να διερευνηθεί ή όχι ένα ατύχημα ή συμβάν. Στην απόφασή της, λαμβάνονται υπόψη τα εξής:
α) η σοβαρότητα του ατυχήματος ή του συμβάντος, καθώς και η πιθανότητα τα ευρήματα διερεύνησης να χρησιμεύσουν στην πρόληψη μελλοντικών ατυχημάτων ή συμβάντων,
β) εάν αυτό εντάσσεται σε μια σειρά ατυχημάτων ή συμβάντων σημαντικών σε επίπεδο συστήματος, ως σύνολο,
γ) οι επιπτώσεις του ατυχήματος για τη σιδηροδρομική ασφάλεια σε κοινοτικό επίπεδο και
δ) τα αιτήματα των διαχειριστών υποδομής, σιδηροδρομικών επιχειρήσεων, της Αρχής Ασφάλειας Σιδηροδρόμων και του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων.
4. Η έκταση των ερευνών και η διαδικασία διερεύνησης που εφαρμόζεται κατά τη διεξαγωγή τους, καθορίζεται από την Επιτροπή, αφού ληφθεί υπόψη η παράγραφος 3 του παρόντος άρθρου, καθώς και η ιδιαίτερη σημασία που μπορεί να έχουν για την ασφάλεια των σιδηροδρομικών μεταφορών τα ευρήματα της διερεύνησης, κατά την κρίση της.
5. Η έρευνα δεν αποσκοπεί στη διαπίστωση υπαιτιότητας και στον καταλογισμό ευθυνών ή αξιώσεων.
6. Με απόφαση του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων μπορεί να ανατίθεται στην Επιτροπή η διερεύνηση συμβάντων πέραν αυτών που προβλέπονται στον παρόντα νόμο, υπό τον όρο ότι η διερεύνηση αυτή δεν θίγει την ανεξαρτησία της.
Άρθρο 13
Διεξαγωγή της έρευνας
1. Στους διερευνητές της Επιτροπής ή στους διερευνητές οποιουδήποτε αντίστοιχου Οργανισμού Διερεύνησης άλλου κράτους - μέλους ή στους διερευνητές ή τεχνικούς συμβούλους της παραγράφου 5 του άρθρου 11 και για τη διευκόλυνση της διεξαγωγής της έρευνας οι σιδηροδρομικές επιχειρήσεις, οι διαχειριστές υποδομής, καθώς και κάθε αρμόδια για τη δικαστική ανάκριση αρχή, υποχρεούνται να παρέχουν:
α) πρόσβαση στον τόπο του ατυχήματος ή του συμβάντος, καθώς και στο σχετικό τροχαίο υλικό και τις εγκαταστάσεις υποδομής, ελέγχου της κυκλοφορίας και σηματοδότησης,
β) δικαίωμα άμεσης καταγραφής των αποδεικτικών στοιχείων και ελεγχόμενης απομάκρυνσης των συντριμμιών, των εγκαταστάσεων ή στοιχείων υποδομής για εξέταση ή ανάλυση,
γ) πρόσβαση και δικαίωμα χρήσης των στοιχείων των συσκευών καταγραφής επί των τρένων, καθώς και του εξοπλισμού εγγραφής φωνητικών μηνυμάτων και δεδομένων για τη λειτουργία του συστήματος σηματοδότησης και ελέγχου της κυκλοφορίας,
δ) πρόσβαση στα αποτελέσματα της νεκροψίας των θυμάτων,
ε) πρόσβαση στα αποτελέσματα της εξέτασης του προσωπικού του τρένου και του λοιπού σιδηροδρομικού προσωπικού που εμπλέκεται στο ατύχημα ή συμβάν,
στ) δυνατότητα υποβολής ερωτήσεων του εμπλεκόμενου σιδηροδρομικού προσωπικού και λοιπών μαρτύρων,
ζ) πρόσβαση σε όλες τις σχετικές πληροφορίες και αρχεία που τηρεί ο διαχειριστής υποδομής, οι εμπλεκόμενες σιδηροδρομικές επιχειρήσεις και η Αρχή Ασφάλειας Σιδηροδρόμων.
2. Η έρευνα της Επιτροπής είναι ανεξάρτητη από τη δικαστική έρευνα, πραγματοποιείται όμως σε συνεργασία με τις αρμόδιες για τη δικαστική έρευνα ανακριτικές αρχές.
Άρθρο 14
Διαδικασία διενέργειας έρευνας
1. Εάν το ατύχημα ή συμβάν συνέβη στην Ελληνική Επικράτεια η διερεύνηση ατυχήματος ή συμβάντος που αναφέρεται στο άρθρο 12 διενεργείται από την Επιτροπή. Εάν συνέβη εκτός της Ελληνικής Επικράτειας και δεν είναι δυνατόν να καθορισθεί σε ποιο κράτος - μέλος συνέβη ή εάν συνέβη σε συνοριακή εγκατάσταση ή πλησίον αυτής, οι αρμόδιοι φορείς συμφωνούν ποιος από τους δύο θα αναλάβει τη διεξαγωγή της έρευνας ή συμφωνούν να συνεργασθούν για την πραγματοποίησή της. Στην πρώτη περίπτωση, ο φορέας διερεύνησης σιδηροδρομικών ατυχημάτων του άλλου κράτους - μέλους της έχει το δικαίωμα να συμμετέχει στην έρευνα και να λαμβάνει πλήρη γνώση των αποτελεσμάτων της. Φορείς διερεύνησης άλλου κράτους - μέλους καλούνται να συμμετάσχουν σε έρευνες εφόσον στο ατύχημα ή στο συμβάν ενέχεται σιδηροδρομική επιχείρηση εγκατεστημένη στο εν λόγω κράτος - μέλος και εγκεκριμένη από αυτό.
2. Η παράγραφος 1 του παρόντος άρθρου δεν εμποδίζει την Επιτροπή να διεξάγει έρευνα, κατόπιν συμφωνίας, με άλλους φορείς διερεύνησης υπό άλλες συνθήκες.
3. Για κάθε ατύχημα ή συμβάν της αρμοδιότητάς της, η Επιτροπή διενεργεί την απαραίτητη για την εκτέλεση της έρευνας πραγματογνωμοσύνη σε λειτουργικά και τεχνικά θέματα. Η πραγματογνωμοσύνη διενεργείται από την Επιτροπή ή από εξωτερικό φορέα ανάλογα με το χαρακτήρα του προς διερεύνηση ατυχήματος ή συμβάντος.
4. Η έρευνα διενεργείται με τη μεγαλύτερη δυνατή διαφάνεια και εξασφαλίζει ότι όλα τα μέρη εκφράζουν τις απόψεις τους και λαμβάνουν γνώση των αποτελεσμάτων. Οι διαχειριστές υποδομής και οι σιδηροδρομικές επιχειρήσεις, η Αρχή Ασφάλειας Σιδηροδρόμων, τα θύματα και οι συγγενείς τους, οι ιδιοκτήτες των περιουσιών που υπέστησαν ζημίες, οι κατασκευαστές, οι εμπλεκόμενες υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης και οι εκπρόσωποι του προσωπικού και των χρηστών ενημερώνονται τακτικά για την έρευνα και την πρόοδό της και έχουν, στο μέτρο του δυνατού, την ευκαιρία να υποβάλουν τις γνώμες και απόψεις τους κατά την έρευνα και τη δυνατότητα να σχολιάσουν πληροφορίες που περιέχονται στα σχέδια εκθέσεων.
5. Η Επιτροπή ολοκληρώνει τις έρευνες στον τόπο του ατυχήματος, το ταχύτερο δυνατόν, προκειμένου ο διαχειριστής υποδομής να είναι σε θέση να αποκαταστήσει την υποδομή και να τη διαθέσει για τις σιδηροδρομικές μεταφορές όσο το δυνατόν συντομότερα.
Άρθρο 15
Εκθέσεις
1. Για την έρευνα ατυχήματος ή συμβάντος που αναφέρεται στο άρθρο 1, συντάσσονται εκθέσεις σε μορφή ανάλογη με το είδος και τη σοβαρότητα του ατυχήματος ή του συμβάντος και τη σημασία των πορισμάτων. Στις εκθέσεις, εκτός των λοιπών στοιχείων, δηλώνονται οι στόχοι των ερευνών, όπως αναφέρονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 12 και περιλαμβάνονται, όπου απαιτείται, συστάσεις για την ασφάλεια. Στην έκθεση τηρείται με τη μεγαλύτερη δυνατή ακρίβεια η δομή που καθορίζεται στο Παράρτημα V του άρθρου 29 του π.δ. 160/2007. Η τελική μορφή της έκθεσης καθορίζεται στον Κανονισμό Εσωτερικής Λειτουργίας και Διαχείρισης του άρθρου 11.
2. Η Επιτροπή δημοσιεύει τηνΈκθεση το συντομότερο δυνατόν, το αργότερο εντός δώδεκα (12) μηνών από την ημερομηνία κατά την οποία έλαβε χώρα το περιστατικό. Η Έκθεση κοινοποιείται στα μέρη που αναφέρονται στο άρθρο 14 παράγραφος 4, καθώς και στους υπόλοιπους φορείς και στα άλλα ενδιαφερόμενα κράτη - μέλη.
3. Η Επιτροπή δημοσιεύει έως την 30ή Σεπτεμβρίου εκάστου έτους ετήσια έκθεση απολογισμού όλων των ερευνών που διενεργήθηκαν το προηγούμενο έτος, τις συστάσεις ασφάλειας που εκδόθηκαν και τα μέτρα που ελήφθησαν, σύμφωνα με τις εκδοθείσες συστάσεις.
Άρθρο 16
Συστάσεις ασφάλειας
1. Η Επιτροπή εκδίδει συστάσεις ασφαλείας, οι οποίες απευθύνονται στην Αρχή Ασφάλειας Σιδηροδρομικών Μεταφορών και, όπου απαιτείται λόγω του χαρακτήρα της σύστασης, σε άλλους φορείς ή αρχές της χώρας ή άλλων κρατών - μελών. Οι εν λόγω αρχές υποχρεούνται να μεριμνούν για τη συμμόρφωση προς τις συστάσεις για την ασφάλεια που εκδίδονται από την Επιτροπή, αλλά και από άλλους φορείς διερεύνησης άλλων κρατών - μελών.
2. Συστάσεις ασφάλειας που εκδίδονται από την Επιτροπή δεν δημιουργούν σε καμία περίπτωση τεκμήριο υπαιτιότητας ή ευθύνης για συγκεκριμένο ατύχημα ή το συμβάν.
3. Οι αποδέκτες των συστάσεων ενημερώνουν τουλάχιστον ετησίως την Επιτροπή για τα μέτρα που λαμβάνονται ή προγραμματίζονται για τη συμμόρφωση προς αυτές.
Άρθρο 17
Εμπιστευτικότητα
Με την επιφύλαξη του ν. 2472/1997 (Α` 50), εξασφαλίζεται ότι πληροφορίες που καταγράφηκαν ή παραλήφθηκαν από την Επιτροπή κατά τη διάρκεια της διερεύνησης ενός σιδηροδρομικού ατυχήματος ή συμβάντος παρέχονται αποκλειστικώς και μόνο για τους σκοπούς της διερεύνησης, εκτός εάν η Επιτροπή με ομόφωνη απόφασή της αποφασίσει ότι η αποκάλυψή τους δικαιολογείται για λόγους δημοσίου συμφέροντος.
Άρθρο 18
Ενημέρωση του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Σιδηροδρόμων
1. Εντός μιας εβδομάδος από τη λήψη της απόφασης για την έναρξη της διεξαγωγής της έρευνας, η Επιτροπή ενημερώνει σχετικά τον Οργανισμό. Παρέχονται πληροφορίες για την ημερομηνία, την ώρα και τον τόπο του περιστατικού, καθώς και για το είδος και τις συνέπειές του όσον αφορά την απώλεια ζωών, τραυματισμούς και υλικές ζημίες.
2. Η Επιτροπή διαβιβάζει στον Οργανισμό αντίγραφο των Εκθέσεων που αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 3 του άρθρου 15 το ταχύτερο δυνατόν.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄
ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΕΞΥΠΗΡΕΤΗΣΗΣ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΩΝ
Άρθρο 19
Προσαρμογή της περί υπαίθριων σταθμών αυτοκινήτων νομοθεσίας στις χωροταξικές απαιτήσεις
1
1. Οι υπαίθριοι σταθμοί αυτοκινήτων της παρ. 1 του άρθρου 27 του π.δ. 455/1976 (Α` 169), που αποδεδειγμένα λειτουργούσαν μέχρι τις 31.12.2012, εντός των διοικητικών ορίων του παραδοσιακού τμήματος της πόλεως των Αθηνών (Ιστορικό Κέντρο), όπως αυτό χαρακτηρίστηκε με το από 21.9.1979 προεδρικό διάταγμα (Δ` 567), μπορεί να τύχουν της προβλεπόμενης άδειας λειτουργίας, κατά παρέκκλιση των υφιστάμενων χρήσεων γης της περιοχής, εφόσον πληρούν τους όρους και προϋποθέσεις του άρθρου 28 του π.δ. 455/1976 και οι εκμεταλλευτές τους υποβάλουν στην οικεία περιφερειακή υπηρεσία μεταφορών και επικοινωνιών τα δικαιολογητικά των παραγράφων 1, πλην της περίπτωσης γ`, και 2 του άρθρου 29 του ανωτέρω προεδρικού διατάγματος, καθώς και της παρ. 9 του άρθρου 6 του ν. 2801/2000 (Α` 46), με χρονική ισχύ τριών (3) ετών. Εάν εντός του παραπάνω χρονικού διαστήματος έχουν ξεκινήσει διαδικασίες τροποποίησης του υφιστάμενου πολεοδομικού σχεδιασμού, η άδεια λειτουργίας δύναται να παραταθεί για τρία (3) επιπλέον έτη.
Οι υπαίθριοι σταθμοί αυτοκινήτων της παρ. 1 του άρθρου 27 του Π.δ. 455/1976 (Α’169), που αποδεδειγμένα λειτουργούσαν μέχρι τις 31.12.2015 και συνεχίζουν να βρίσκονται σε λειτουργία εντός των διοικητικών ορίων του παραδοσιακού τμήματος της πόλεως των Πατρών (Ιστορικό Κέντρο), όπως αυτό χαρακτηρίστηκε με το από 25.4.1996 Πολεοδομικό διάταγμα (Δ’ 499), μπορεί να λαμβάνουν άδεια λειτουργίας, κατά παρέκκλιση των υφιστάμενων χρήσεων γης της περιοχής, εφόσον πληρούν τους όρους και προϋποθέσεις του άρθρου 28 του Π.δ. 455/1976 και οι εκμεταλλευτές τους υποβάλουν στην οικεία περιφερειακή υπηρεσία μεταφορών και επικοινωνιών τα δικαιολογητικά των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 29 του Π.δ. 455/1976 (Α’169), πλην της περίπτωσης 1γ. Η άδεια λειτουργίας έχει χρονική ισχύ τριών (3) ετών από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας διάταξης, με δυνατότητα παράτασης ενός έτους, ώστε να ολοκληρωθούν οι διαδικασίες που αφορούν στις ειδικές μελέτες (κυκλοφοριακή και μελέτη ανάπλασης του Ιστορικού Κέντρου) για τα κτίρια και τα γήπεδα στάθμευσης που προβλέπονται στο άρθρο 10 παράγραφος Β6 (Πολεοδομικό Συγκρότημα Πατρών) της υπ’ αριθμ. 5509/103135/23.11.2011 απόφασης του Γενικού Γραμματέα της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Πελοποννήσου, Δυτικής Ελλάδας και Ιονίου (Α.Α.Π 358)
2. Η συνέχιση της λειτουργίας αποδεικνύεται είτε με την υποβολή σχετικής βεβαίωσης του οικείου βιοτεχνικού επιμελητηρίου είτε της αρμόδιας Δ.Ο.Υ., ότι οι εκμεταλλευτές αυτών έχουν υποβάλει φορολογικές δηλώσεις για εισόδημα από τη στάθμευση αυτοκινήτων οχημάτων.
3. Η παρ. 2 του άρθρου 27 του π.δ. 455/1976 (Α` 169), όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Ωφέλιμη επιφάνεια υπαίθριου σταθμού καλείται η επιφάνεια η οποία περικλείεται από τα όρια διατιθέμενου ιδιόκτητου ή μισθωμένου ελεύθερου ακάλυπτου χώρου και η οποία μπορεί να εκτείνεται μέχρι τη ρυμοτομική γραμμή. Κατ’ εξαίρεση είναι δυνατόν η ωφέλιμη επιφάνεια να εκτείνεται πέραν της ρυμοτομικής, επί ρυμοτομούμενων ακινήτων, εφόσον έχει παρέλθει δεκαετία από την κήρυξη και εφόσον δεν έχει συντελεστεί με οποιονδήποτε τρόπο η απαλλοτρίωση. Δεν επιτρέπεται η χωροθέτηση θέσεων στάθμευσης στο ρυμοτομούμενο τμήμα της ωφέλιμης επιφάνειας του σταθμού, το οποίο χρησιμοποιείται ως χώρος ελιγμών. Είναι δυνατόν, κατά τα ως άνω, να συμπεριλαμβάνεται στην ωφέλιμη επιφάνεια του υπαίθριου σταθμού και η προβλεπόμενη παρόδια στοά του άρθρου 22 του ν. 4067/2012 (Α` 79). Από την παρούσα διάταξη δεν επηρεάζεται το κύρος και η διαδικασία της απαλλοτρίωσης του ρυμοτομούμενου τμήματος, το οποίο όταν αυτή συντελεστεί παύει να προσμετράται στην ωφέλιμη επιφάνεια των υπαίθριων σταθμών.»
4. Η παρ. 6 του άρθρου 28 του π.δ. 455/1976, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:
«6. Αν η λειτουργία του υπαίθριου σταθμού παρατείνεται πέραν της 18ης ώρας, ο υπαίθριος σταθμός υποχρεούται να διαθέτει κατάλληλη ηλεκτρική εγκατάσταση φωτισμού, έτσι ώστε να εξασφαλίζεται ο έλεγχός της κατά τη διάρκεια των εσπερινών και νυκτερινών ωρών φυλάξεως και διακινήσεως των σταθμευόντων αυτοκινήτων, με παροχή είτε από τη Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού είτε από άλλον τυχόν επίσημο πάροχο. Εναλλακτικά, η ηλεκτρική εγκατάσταση φωτισμού ενός υπαίθριου σταθμού μπορεί να επιτυγχάνεται και με αυτόνομα φωτιστικά σώματα, τα οποία λειτουργούν με φωτοβολταϊκά πάνελ.»
5. Η περίπτωση β` της παρ. 7 του άρθρου 28 του π.δ. 455/1976, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:
«β. έχει την ωφέλιμη επιφάνειά του κατάλληλα επιστρωμένη είτε από ασφαλτικό τάπητα είτε από άλλο κατάλληλο υλικό (π.χ. βιομηχανικό δάπεδο) και διαθέτει κατάλληλη υπόβαση ανθεκτική στο βάρος όλων των σταθμευόντων σε αυτό αυτοκινήτων».
6. Η περίπτωση ε` της παρ. 7 του άρθρου 28 του π.δ. 455/1976, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:
«ε. διαθέτει γραφείο κινήσεως κατασκευασμένο από άκαυστο υλικό. Για την τοποθέτηση και χρήση του γραφείου κινήσεως δεν απαιτείται η έκδοση οικοδομικής άδειας, εφόσον έχει εμβαδόν έως και 15 τ.μ. και είναι προσωρινή κατασκευή, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 2 του ν. 4067/2012».
7. Η παρ. 9 του άρθρου 6 του ν. 2801/2000 (Α` 46) καταργείται, με την επιφύλαξη των διατάξεων των παραγράφων 1 και 9 του παρόντος.
8. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος, οι άδειες λειτουργίας ή βεβαιώσεις νόμιμης λειτουργίας των υπαίθριων σταθμών αυτοκινήτων όπου η στάθμευση εξυπηρετείται από υπαλλήλους χορηγούνται, σύμφωνα με τους όρους και τις προϋποθέσεις του Κεφαλαίου Ζ` του π.δ. 455/1976, όπως ισχύει.
9. Υπαίθριοι σταθμοί αυτοκινήτων, όπου η στάθμευση εξυπηρετείται από υπαλλήλους και για τους οποίους η χωρητικότητα σε θέσεις στάθμευσης υπολογιζόταν δια διαιρέσεως του εμβαδού του οικοπέδου δια του εμβαδού μίας θέσης στάθμευσης (10 τ.μ.) και σε περίπτωση ύπαρξης στοάς μη υπολογιζόμενου του εμβαδού της στον υπολογισμό της χωρητικότητας, των οποίων οι άδειες λειτουργίας ή βεβαιώσεις νόμιμης λειτουργίας έχουν χορηγηθεί κατ’ εφαρμογή της παρ. 9 του άρθρου 6 του ν. 2801/2000 (Α` 46) με την υποβολή τοπογραφικού διαγράμματος, τεχνικής έκθεσης, χωρίς την υποχρέωση: (α) υποβολής μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων για σταθμούς με χωρητικότητα έως διακοσίων (200) θέσεων, (β) απότμησης πεζοδρομίου για την είσοδο - έξοδο στο σταθμό και (γ) κατασκευής γραφείου για τον εκμεταλλευτή του σταθμού, εξακολουθούν να λειτουργούν, να ανανεώνουν και να τροποποιούν την άδεια λειτουργίας βεβαίωση νόμιμης λειτουργίας τους, σύμφωνα με τους όρους και προϋποθέσεις με τις οποίες αυτή χορηγήθηκε.
Άρθρο 20
Προσαρμογή της περί συνεργείων νομοθεσίας στις πολεοδομικές απαιτήσεις
1. Συνεργεία συντήρησης και επισκευής αυτοκινήτων, μοτοσικλετών και μοτοποδηλάτων, τα οποία εξακολουθούν να λειτουργούν σε περιοχές που αναθεωρήθηκαν οι χρήσεις γης του εγκεκριμένου ρυμοτομικού τους σχεδίου, σύμφωνα με τις οποίες απαγορεύεται η ίδρυση νέων συνεργείων, μπορεί να συνεχίσουν τη λειτουργία τους για τρία (3) ακόμη έτη, δυνάμενη αυτή να παραταθεί με απόφαση του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων εφόσον:
α) είχαν τύχει άδειας ίδρυσης, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 15 του π.δ. 78/1988 (Α` 34) και εξακολουθούν να πληρούν τις ουσιαστικές προϋποθέσεις των διατάξεων του π.δ. 78/1988, πλην αυτής της παραγράφου 1γ του άρθρου 15 αυτού,
β) είναι εγκατεστημένα σε κτίρια που διαθέτουν άδεια δόμησης για εγκατάσταση συνεργείου ή κτίρια που διαθέτουν άδεια δόμησης ή οικοδομική άδεια για χρήση: Η (εμπορική), Ι (βιομηχανία - βιοτεχνία), Λ (σταθμός αυτοκινήτων), Κ (αποθήκευση) ή για την εγκατάσταση συνεργείου.
2. Η συνέχιση της λειτουργίας τους αποδεικνύεται, είτε με την υποβολή σχετικής βεβαίωσης του οικείου βιοτεχνικού επιμελητηρίου είτε της αρμόδιας Δ.Ο.Υ. ότι οι εκμεταλλευτές αυτών έχουν υποβάλει φορολογικές δηλώσεις για εισόδημα από την άσκηση επαγγέλματος επισκευαστή αυτοκινήτων οχημάτων στη συγκεκριμένη εγκατάσταση.
3. Κατά το διάστημα της προσωρινής λειτουργίας τους, δεν επιτρέπεται η επέκταση των εγκαταστάσεών τους ή η μεταβίβαση της άδειας - βεβαίωσης νόμιμης λειτουργίας τους, πλην της περιπτώσεως μεταβίβασης σε συγγενικά πρόσωπα μέχρι β` βαθμού.
Άρθρο 21
Τροποποίηση του άρθρου 34 του ν. 2963/2001
1. H παρ. 2 του άρθρου 34 του ν. 2963/2001 (Α` 268) αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Η ίδρυση και λειτουργία ιδιωτικών ΚΤΕΟ επιτρέπεται:
Α) Για την Περιφέρεια Αττικής και Π.Ε. Θεσσαλονίκης σε εντός σχεδίου πόλεως περιοχές με χρήσεις μη οχλούσας βιομηχανίας - βιοτεχνίας, οχλούσας βιομηχανίας - βιοτεχνίας και χονδρεμπορίου, κατά την έννοια των άρθρων 5, 6 και 7 αντίστοιχα του από 23.2/6.3.1987 προεδρικού διατάγματος (Δ`166), καθώς και σε περιοχές με χρήσεις χονδρικού εμπορίου, εγκαταστάσεων μέσων μαζικής μεταφοράς, παραγωγικών δραστηριοτήτων χαμηλής και μέσης όχλησης και παραγωγικών εγκαταστάσεων υψηλής όχλησης κατά την έννοια των άρθρων 22, 23, 25 και 29 αντίστοιχα του ν. 4269/2014 (Α` 142).
Β) Σε ολόκληρη την Επικράτεια, περιλαμβανομένης και της Περιφέρειας Αττικής και Π.Ε. Θεσσαλονίκης, σε περιοχές εκτός εγκεκριμένων σχεδίων πόλεων ή εκτός ορίων οικισμού προϋφισταμένων του έτους 1923 ή εκτός ορίων οικισμού οριοθετημένων, σύμφωνα με τους όρους του από 24.4.1985 προεδρικού διατάγματος, όπου είτε δεν έχουν καθοριστεί χρήσεις είτε εάν έχουν καθοριστεί και έχουν περιεχόμενο ως ανωτέρω υπό (Α) περιγράφεται.
Άδειες δόμησης ιδιωτικών ΚΤΕΟ που έχουν εκδοθεί νομίμως πριν την ισχύ της παρούσας διάταξης διατηρούνται σε ισχύ.
Οι εγκαταστάσεις των ιδιωτικών ΚΤΕΟ εντάσσονται στην κατηγορία των χαμηλής όχλησης εγκαταστάσεων.
2. Η παρ. 4 του άρθρου 34 του ν. 2963/2001 (Α` 268) αντικαθίσταται ως εξής:
«4. Απαγορεύεται η εγκατάσταση ΚΤΕΟ σε απόσταση μικρότερη των 100μ. από νοσοκομείο ή κλινική, από αποθήκες εύφλεκτων ή εκρηκτικών υλών, από τα όρια κηρυγμένων αρχαιολογικών χώρων και από κηρυγμένα μνημεία, από παιδικούς σταθμούς, από σχολεία μέσης ή κατώτερης εκπαίδευσης, από ιδρύματα ανώτερης και ανώτατης εκπαίδευσης και από ενοριακούς ναούς και σταθμούς μέσων μαζικής μεταφοράς, σταθερής τροχιάς και λεωφορείων. Η απόσταση αυτή μετριέται από το περίγραμμα του οικοπέδου του ΚΤΕΟ και των ως άνω κτηρίων ή εγκαταστάσεων.»
Άρθρο 22
Προσαρμογή πρατηρίων καυσίμων στα γεωμετρικά χαρακτηριστικά της οδού
1. Καταργούνται η παρ. 3 του άρθρου 6 του π.δ. 1224/ 1981 (Α` 303) και η παρ. 2 του άρθρου 6 του β.δ. 465/ 1970 (Α` 150).
2. Η παρ. 4 του άρθρου 23 του π.δ. 1224/1981 (Α` 303), όπως προστέθηκε με το άρθρο 112 του ν. 4199/2013 (Α` 216), αντικαθίσταται ως εξής:
«4. Για τα πρατήρια που βρίσκονται εντός οικισμών, οι οποίοι υφίστανται προ του έτους 1923 ή εντός ορίων νομίμως οριοθετημένων οικισμών με πληθυσμό μέχρι 2.000 κατοίκους και σε περίπτωση που η προ αυτών οδός βελτιώνεται ως προς τα γεωμετρικά χαρακτηριστικά της, ο ιδιοκτήτης του πρατηρίου υποχρεούται να προσαρμόσει, με δικές του δαπάνες, το χώρο του πρατηρίου προς τα εγκεκριμένα δια του παρόντος σχεδιαγράμματα, εντός των δυνατοτήτων του οικοπέδου του.»
Άρθρο 23
Τροποποίηση του άρθρου 5 του β.δ. 465/1970
Το εδάφιο γ` της παρ. 2 του άρθρου 5 του β.δ. 465/ 1970 (Α` 150), όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:
«γ) Σε απόσταση μικρότερη των εκατό (100) μέτρων από το περίγραμμα ορατών αρχαιολογικών χώρων. Η απόσταση μετριέται μεταξύ των πλησιέστερων σημείων του ως άνω περιγράμματος και του περιγράμματος της κύριας έκτασης του πρατηρίου. Ίδρυση πρατηρίου μπορεί να επιτραπεί και σε μικρότερη απόσταση υπό την προϋπόθεση έγκρισης από την αρμόδια Αρχαιολογική Υπηρεσία.»
Άρθρο 24
Συμπλήρωση του άρθρου 23 του ν. 3185/2003
Μετά την παρ. 7 του άρθρου 23 του ν. 3185/2003 (Α` 229), όπως ισχύει, προστίθεται παράγραφος 8 ως εξής:
«8. Η προηγούμενη παράγραφος εφαρμόζεται και στα αυτοτελώς εγκαθιστάμενα εργοστασιακής κατασκευής αυτόματα μηχανήματα πλύσεως - στεγνώματος αυτοκινήτων τύπου «σήραγγος» (tunnel) ή και για τα συνήθη αυτόματα κυλιόμενα παλινδρομικά επί σιδηροτροχιάς πλυντήρια αυτοκινήτων (roll over). Για την εφαρμογή της απαιτείται ο φορέας εκμετάλλευσης του πλυντηρίου να είναι κύριος ή νόμιμος κάτοχος των βοηθητικών χώρων. Εφόσον το πλυντήριο αυτοκινήτων λειτουργεί εντός ή σε επαφή με χώρο στάθμευσης αυτοκινήτων δημόσιας χρήσης, ο κάτοχος της βεβαίωσης νόμιμης λειτουργίας του πλυντηρίου αυτοκινήτων μπορεί να είναι διαφορετικό φυσικό ή νομικό πρόσωπο από τον κάτοχο της βεβαίωσης νόμιμης λειτουργίας του χώρου στάθμευσης αυτοκινήτων δημόσιας χρήσης.»
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄
ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΠΙΒΑΤΙΚΕΣ ΜΕΤΑΦΟΡΕΣ
Άρθρο 25
Ρυθμίσεις σχετικά με τη διάθεση εισιτηρίων και τον έλεγχο κομίστρου στα μέσα μεταφοράς
1. Το άρθρο 1 του ν. 1214/1981 (Α` 286), όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 1
1. Οι επιβάτες των χερσαίων συγκοινωνιακών μέσων δημόσιας χρήσης (οδικών αστικών και υπεραστικών και σιδηροδρομικών επιβατικών μεταφορών) οφείλουν να καταβάλουν το νόμιμο, κατά περίπτωση, κόμιστρο της αντιστοίχου διαδρομής, που ορίζεται από την εκάστοτε τιμολογιακή πολιτική, αμέσως μετά την είσοδό τους επί των συγκοινωνιακών μέσων ή και των χώρων πρόσβασης σε αυτά (προκειμένου για τα υπόγεια μέσα μεταφοράς - ΜΕΤΡΟ, Ηλεκτρικός Σιδηρόδρομος), να φυλάσσουν το αποδεικτικό καταβολής καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδρομής και να επιδεικνύουν αυτό όταν ζητείται από αρμόδιο, κατά νόμο, Ελεγκτή.
2. Στους επιβάτες που, κατά τη διάρκεια του ελέγχου από αρμόδιο Ελεγκτή, δεν επιδεικνύουν το αποδεικτικό καταβολής του νόμιμου κομίστρου (κανονικού ή μειωμένου που οφείλει να διαθέτει επικυρωμένο κατά τον έλεγχο ο επιβάτης για τη νόμιμη μετακίνησή του), επιβάλλεται πρόστιμο ως εξής:
α. Στους διακινούμενους με αστικά συγκοινωνιακά μέσα στις περιοχές Αθηνών και Θεσσαλονίκης, ίσο με το 60πλάσιο του βασικού ή μειωμένου εισιτηρίου.
β. Στους διακινούμενους με αστικά συγκοινωνιακά μέσα των λοιπών περιοχών της χώρας, ίσο με το 20πλάσιο του βασικού ή μειωμένου εισιτηρίου.
γ. Στους διακινούμενους με υπεραστικά συγκοινωνιακά μέσα, ίσο με το διπλάσιο της τιμής του εισιτηρίου αφετηρίας - τέρματος του δρομολογίου.
δ. Στους διακινούμενους με σιδηροδρομικά οχήματα, ίσο με το διπλάσιο του αντιτίμου της διαδρομής την οποία πραγματοποίησε το τρένο, από την αφετηρία αυτού και έως του πρώτου, μετά τη διαπίστωση της παράβασης, σταθμού στον οποίο προβλέπεται στάση της αμαξοστοιχίας.
3. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων τα ως άνω επιβαλλόμενα πρόστιμα μπορεί να μεταβάλλονται.»
2. To άρθρο 2 του ν. 1214/1981, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 2
Αρμόδιοι για τον έλεγχο και επιβολή προστίμου
1. Αρμόδιοι για τη διενέργεια των ελέγχων μετακίνησης με το νόμιμο κόμιστρο και της επιβολής προστίμου στους καταλαμβανόμενους παραβάτες (οι οποίοι μετακινούνται χωρίς το επικυρωμένο νόμιμο κόμιστρο ή δεν το επιδεικνύουν κατά τον έλεγχο) είναι οι εντεταλμένοι Ελεγκτές Κομίστρου, οι οποίοι είναι υπάλληλοι του οικείου συγκοινωνιακού φορέα ή υπάλληλοι τρίτου φορέα (νομικού προσώπου), στον οποίο έχει αναθέσει ο οικείος συγκοινωνιακός φορέας τον έλεγχο κομίστρου, εφόσον οι υπάλληλοι του τρίτου φορέα φέρουν ειδική προς τούτο εξουσιοδότηση του οικείου συγκοινωνιακού φορέα. Ειδικά, για τις αστικές συγκοινωνίες της περιοχής ευθύνης του Οργανισμού Αστικών Συγκοινωνιών Αθηνών (Ο.Α.Σ.Α.), αρμόδιος φορέας για τη διενέργεια του ελέγχου καταβολής κομίστρου είναι ο Ο.Α.Σ.Α., ο οποίος μπορεί να αναθέσει τη δραστηριότητα αυτή στις οικείες Εταιρείες Παροχής Συγκοινωνιακού Έργου (ΕΠΣΕ) του ν. 3920/2011 (Α` 33).
2. Η επιβολή του προστίμου γίνεται με πράξη του ειδικώς εξουσιοδοτημένου για το σκοπό αυτόν Ελεγκτή Κομίστρου, ως ανωτέρω ορίζεται, την οποία συντάσσει κατά τη διαπίστωση της παράβασης. Ειδικά για τους μετακινούμενους με το ΜΕΤΡΟ και τον ηλεκτρικό σιδηρόδρομο το πρόστιμο επιβάλλεται και σε όσους δεν επιδεικνύουν το αποδεικτικό του νόμιμου κομίστρου στις αποβάθρες μετά τα επικυρωτικά (ακυρωτικά) μηχανήματα.
3. Η πράξη βεβαίωσης παράβασης παραδίδεται στον παραβάτη από τον Ελεγκτή Κομίστρου που διαπίστωσε την παράβαση. Στην πράξη βεβαίωσης της παράβασης διατυπώνεται πρόσκληση στον παραβάτη για άμεση πληρωμή του προστίμου στον συντάκτη της πράξης Ελεγκτή Κομίστρου ή για πληρωμή μέσα σε εξήντα (60) ημερολογιακές ημέρες από την επομένη της βεβαίωσης της παράβασης στο ταμείο του οικείου συγκοινωνιακού φορέα ή με άλλον τρόπο που θα καθορίσει ο οικείος συγκοινωνιακός φορέας.
4. Ο καταλαμβανόμενος ως παραβάτης είναι υποχρεωμένος, αν δεν καταβάλει αμέσως το πρόστιμο στον συντάκτη της πράξης επιβολής του, να επιδείξει στον αρμόδιο για τον έλεγχο και την καταβολή του προστίμου Ελεγκτή Κομίστρου, την αστυνομική ταυτότητα ή άλλο δημόσιο έγγραφο από το οποίο αποδεικνύονται τα στοιχεία της ταυτότητάς του. Σε περίπτωση άρνησης του παραβάτη να καταβάλει αμέσως το πρόστιμο και να επιδείξει στοιχείο αποδεικτικό της ταυτότητάς του, ο Ελεγκτής Κομίστρου μπορεί να ζητήσει τη συνδρομή αστυνομικού οργάνου, το οποίο (αστυνομικό όργανο) υποχρεούται να συνδράμει τον Ελεγκτή για την καταγραφή στη βεβαίωση παράβασης των στοιχείων του παραβάτη.
5. Αν διαπιστωθεί ότι το επιβληθέν πρόστιμο δεν κατεβλήθη από τον παραβάτη, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις παραγράφους 3 και 4 του παρόντος άρθρου, τότε το πρόστιμο επιβάλλεται και οφείλεται στο πενταπλάσιο του αρχικά επιβληθέντος. Το πρόστιμο στην περίπτωση αυτή αποστέλλεται στη Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία (Δ.Ο.Υ.) φορολογίας εισοδήματος του παραβάτη και εισπράττεται κατά τις διατάξεις του ν.δ. 356/1974 (Α` 6), όπως ισχύει, «Κώδικας Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων», ως δημόσιο έσοδο, από το οποίο αποδίδεται στο συγκοινωνιακό φορέα που βεβαίωσε την παράβαση το ποσό του αρχικά επιβληθέντος προστίμου.»
3. Το άρθρο 3 του ν. 1214/1981 αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 3
Ρύθμιση λεπτομερειών
Με απόφαση του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων καθορίζεται ο τύπος της βεβαίωσης παράβασης, καθώς και κάθε λεπτομέρεια για την εφαρμογή των ρυθμίσεων του προηγούμενου άρθρου.»
4. Στην παρ. 1 του άρθρου 5 του ν. 3920/2011 προστίθεται περίπτωση κθ` ως εξής:
«κθ. Η σύναψη συμβάσεων με τρίτους με αντικείμενο την εκ μέρους τους έκδοση ή και διάθεση στο επιβατικό κοινό κάθε μορφής αποδεικτικού καταβολής κομίστρου.»
Άρθρο 26
Κανονισμός Δικαιωμάτων Επιβατών και εφαρμογή διατάξεων των Κανονισμών (ΕΚ) 181/2011, 1371/2007 και 2006/2004
1. Με απόφαση του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων εγκρίνεται, κατόπιν εισήγησης του αρμόδιου συγκοινωνιακού ή άλλου φορέα, ο «Κανονισμός Δικαιωμάτων Επιβατών» με τον οποίο καθορίζονται ανά κατηγορία επιβατικών μεταφορών τα δικαιώματα των επιβατών, οι υποχρεώσεις, οι υπηρεσίες και οι όροι παροχής των υπηρεσιών των φορέων παροχής συγκοινωνιακού έργου και λοιπού επιβατικού μεταφορικού έργου προς τους επιβάτες, η διαδικασία υποβολής καταγγελιών στα αρμόδια όργανα, η διαδικασία αποζημίωσης των επιβατών, τα επιβαλλόμενα στους μεταφορείς διοικητικά πρόστιμα και κυρώσεις, καθώς και η διαδικασία επιβολής αυτών, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα για την εφαρμογή των προβλέψεων του Κανονισμού (ΕΚ) 181/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου «για τα δικαιώματα των επιβατών λεωφορείων και πούλμαν και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004» (ΕΕ L 55 της 28.2.2011) και του Κανονισμού (ΕΚ) 1371/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου «σχετικά με τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των επιβατών σιδηροδρομικών γραμμών» (ΕΕ L 315 της 3.12.2007).
2. Τα επιβαλλόμενα στους μεταφορείς διοικητικά πρόστιμα προσδιορίζονται από εκατόν πενήντα (150,00) ευρώ έως τρεις χιλιάδες (3.000,00) ευρώ και εισπράττονται υπέρ του Δημοσίου.
3. Πρωτοβάθμια όργανα εξέτασης καταγγελιών για την παραβίαση των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων του Κανονισμού Δικαιωμάτων των Επιβατών, όπως αυτός εκδοθεί με την υπουργική απόφαση της παραγράφου 1, καθώς και των Κανονισμών (ΕΚ) 181/2011 και (ΕΚ) 1371/2007 ορίζονται οι μεταφορείς.
4. Δευτεροβάθμια όργανα εξέτασης καταγγελιών που δεν επιλύθηκαν από τα πρωτοβάθμια όργανα της ανωτέρω παραγράφου, καθώς και αντιρρήσεων κατά των αποφάσεων επιβολής κυρώσεων ορίζονται:
α) η Ρυθμιστική Αρχή Επιβατικών Μεταφορών (Ρ.Α.Ε.Μ.) για το σύνολο των οδικών εθνικών και διεθνών επιβατικών μεταφορών που εκτελούνται στην Ελληνική Επικράτεια, πλην των όσων ορίζονται στην περίπτωση β` της παρούσας παραγράφου,
β) ο Οργανισμός Αστικών Συγκοινωνιών Αθηνών (Ο.Α.Σ.Α.) για τις δημόσιες συγκοινωνίες που εκτελούνται εντός των ορίων της Περιφέρειας Αττικής, όπως αυτή ορίζεται στο ν. 3852/2010 (Α` 87), εκτός της Π.Ε. Νήσων, από τις εταιρείες παροχής συγκοινωνιακού έργου του ν. 3920/2011 (Ο.ΣΥ. Α.Ε. και ΣΤΑ.ΣΥ. Α.Ε.), καθώς και από τους φορείς των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης που εκτελούν συγκοινωνιακό έργο ή οποιονδήποτε άλλο φορέα που θα παρέχει στο μέλλον έργο δημόσιων συγκοινωνιών και
γ) η Ρυθμιστική Αρχή Σιδηροδρόμων (Ρ.Α.Σ.) του ν. 3891/2010 (Α` 188) για το σύνολο των σιδηροδρομικών μεταφορών που εκτελούνται στην Ελληνική Επικράτεια για τις οποίες είναι ο ρυθμιστικός φορέας. Η Ρ.Α.Σ., μεταξύ των άλλων, είναι η αρμόδια αρχή παρακολούθησης και ελέγχου της τήρησης της εφαρμογής του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1371 (ΕΕ L 315/14 της3.12.2007), σχετικά με τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των επιβατών σιδηροδρομικών γραμμών λαμβάνοντας τα αναγκαία μέτρα με τα οποία εξασφαλίζεται ο σεβασμός των
δικαιωμάτων των επιβατών.
Η υποβολή αντιρρήσεων κατά των αποφάσεων επιβολής κυρώσεων έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα.
5. Αρμόδιος φορέας ελέγχου εφαρμογής των διατάξεων του Κανονισμού (ΕΚ) 181/2011 ορίζεται η Γενική Διεύθυνση Μεταφορών του Υπουργείου Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων.
6. Αρμόδιες αρχές, σύμφωνα με το άρθρο 4 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 364 της 9.12.2004), ορίζονται ως προς τα δικαιώματα των επιβατών λεωφορείων η Ρυθμιστική Αρχή Επιβατικών Μεταφορών (Ρ.Α.Ε.Μ.) και ο Οργανισμός Αστικών Συγκοινωνιών Αθηνών (Ο.Α.Σ.Α.) για τις δημόσιες συγκοινωνίες που εκτελούνται εντός των ορίων της Περιφέρειας Αττικής όπως αυτή ορίζεται στο ν. 3852/2010, πλην της Π.Ε. Νήσων, και η Ρυθμιστική Αρχή Σιδηροδρόμων (Ρ.Α.Σ.) του ν. 3891/2010 (Α` 188), όπως ισχύει, για τις μεταφορές επιβατών σιδηροδρομικών γραμμών.
7. Με την έκδοση της απόφασης της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου καταργούνται οι διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 15 του ν. 2963/2001 (Α` 268) και της παρ. 16 του άρθρου 6 του ν. 2669/1998 (Α` 283), καθώς και των άρθρων 45, 46 και 117 του ν. 4199/2013, όπως ισχύουν.
8. Έως την 1η Μαρτίου 2017 οι διατάξεις του Κανονισμού (ΕΚ) 181/2011 για τα δικαιώματα των επιβατών λεωφορείων και πούλμαν δεν εφαρμόζονται στις διεθνείς τακτικές μεταφορές επιβατών μεταξύ της Ελλάδας και χωρών που δεν είναι μέλη της Ε.Ε.
9. Στο άρθρο 75 του ν. 4199/2013 (Α` 216) προστίθεται παράγραφος 6 ως εξής:
«6. Η Ρ.Α.Ε.Μ. είναι αρμόδια για το σύνολο των οδικών επιβατικών μεταφορών, πλην των δημόσιων συγκοινωνιών που εκτελούνται εντός των ορίων της Περιφέρειας Αττικής όπως αυτή ορίζεται στο ν. 3852/2010 (Α` 87) εκτός της Π.Ε. Νήσων, για:
α. Την εξέταση σε δεύτερο βαθμό καταγγελιών επιβατών που δεν επιλύθηκαν από τα αρμόδια πρωτοβάθμια όργανα, καθώς και αντιρρήσεων κατά των αποφάσεων επιβολής κυρώσεων αυτών σχετικά με δικαιώματα και υποχρεώσεις του «Κανονισμού Δικαιωμάτων Επιβατών», καθώς και του Κανονισμού (ΕΚ) 181/2011.
β. Την εφαρμογή του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/ 2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη συνεργασία μεταξύ των εθνικών αρχών που είναι αρμόδιες για την επιβολή της νομοθεσίας για την προστασία των καταναλωτών (ΕΕ L 364 της 9.12.2004) για τον Κανονισμό (ΕΚ) 181/2011 για τα δικαιώματα των επιβατών λεωφορείων και πούλμαν.»
Άρθρο 27
Θέματα Διεθνών Λεωφορειακών Γραμμών
1. Στο τέλος της παρ. 1 του άρθρου 11 του ν. 803/1978 (Α` 123), όπως ισχύει, προστίθενται εδάφια ως εξής:
«Έως το πέρας του χρονικού ορίου που τίθεται στο προηγούμενο εδάφιο, οι χώροι ιδιωτικοί ή δημόσιοι (εντός ή εκτός σχεδίου) που χρησιμοποιούνται ή θα χρησιμοποιηθούν ως σημεία άφιξης ή αναχώρησης (αφετηρίες) διεθνών λεωφορειακών γραμμών για τη διενέργεια των οποίων έχει χορηγηθεί ή θα χορηγηθεί άδεια διεθνούς τακτικής λεωφορειακής γραμμής από το Υπουργείο Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων μπορεί να αδειοδοτούνται βάσει των διατάξεων του Κεφαλαίου Α` του π.δ. 79/2004, χωρίς τις προϋποθέσεις του άρθρου 2 του ιδίου διατάγματος. Με απόφαση του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, η οποία εκδίδεται εντός τριών μηνών από την ισχύ του παρόντος, τίθενται οι ελάχιστοι όροι και απαιτήσεις που πρέπει να πληρούν οι χώροι αυτοί και στις περιπτώσεις που δεν πληρούνται οι όροι και οι προϋποθέσεις του Κεφαλαίου Α` του π.δ. 79/2004. Μέσα σε χρονικό διάστημα τριών μηνών από την έκδοση της υπουργικής απόφασης του προηγούμενου εδαφίου, οι μεταφορικές επιχειρήσεις οφείλουν να συμμορφωθούν προς τα παραπάνω οριζόμενα ως προς τους χώρους που χρησιμοποιούνται ως σημεία άφιξης ή αναχώρησης (αφετηρίες) διεθνών λεωφορειακών γραμμών. Για παραβάσεις ως προς τους ανωτέρω χώρους, διαπιστωμένες πριν ή μετά την ισχύ του παρόντος, επιβάλλονται οι εκάστοτε ισχύουσες διοικητικές κυρώσεις αποκλειστικά στις μεταφορικές επιχειρήσεις που δεν θα έχουν συμμορφωθεί εντός του ανωτέρω οριζόμενου χρονικού διαστήματος. Για το χρονικό διάστημα της μεταβατικής περιόδου έως την υποχρεωτική χρήση Σταθμού Διεθνών Λεωφορειακών Γραμμών μπορεί να χρησιμοποιούνται ως σημεία άφιξης ή αναχώρησης διεθνών λεωφορειακών γραμμών σταθμοί υπεραστικών λεωφορείων και λοιπών συγκοινωνιακών φορέων».
2. Στο τέλος της παρ. 15.2 του άρθρου 185 του ν. 4070/2012 (Α` 82) προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Οι προϋποθέσεις αυτής της παραγράφου ισχύουν μόνο για τις διεθνείς τακτικές γραμμές που διενεργούνται μεταξύ της Ελλάδας και των όμορων χωρών που δεν είναι μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης».
3. Κατά την διενέργεια διεθνών Λεωφορειακών Γραμμών επιτρέπεται με τα τουριστικά λεωφορεία, η μεταφορά ασυνόδευτων δεμάτων το βάρος των οποίων δεν υπερβαίνει τα δέκα (10) κιλά. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων καθορίζονται οι όροι και προϋποθέσεις της διενέργειας της μεταφοράς αυτής.
Άρθρο 28
Χορήγηση Πιστοποιητικών Επαγγελματικής Ικανότητας
Κάτοχοι άδειας άσκησης επαγγέλματος οδικού μεταφορέα εθνικών ή εθνικών και διεθνών επιβατικών μεταφορών, οι οποίοι απέκτησαν Πιστοποιητικό Επαγγελματικής Ικανότητας ή Επάρκειας χωρίς εξετάσεις ή απαλλάχτηκαν από την υποχρέωση απόκτησής του, βάσει του π.δ. 346/2001 και των προγενέστερων αυτού διατάξεων, απαλλάσσονται από τις εξετάσεις για την απόδειξη της επάρκειας αυτής, εφόσον εργάζονταν ως διαχειριστές επιχείρησης εθνικών ή διεθνών επιβατικών μεταφορών κατά τα τελευταία δέκα έτη πριν από τις 4 Δεκεμβρίου 2009. Στα ανωτέρω πρόσωπα, ανεξάρτητα αν κατέχουν λεωφορείο ολόκληρο ή κατ’ ιδανικό μερίδιο, η αρμόδια υπηρεσία μεταφορών της Περιφέρειας χορηγεί, με αίτησή τους, πιστοποιητικό για εθνικές ή εθνικές και διεθνείς επιβατικές μεταφορές ανάλογα.
Άρθρο 29
Ρύθμιση θεμάτων οχημάτων δημόσιων υπεραστικών οδικών μεταφορών
1. Σε κάθε περίπτωση έκδοσης άδειας κυκλοφορίας ή πράξης αποχαρακτηρισμού ή μεταβίβασης λεωφορείου δημόσιας χρήσης που ανήκει στην κυριότητα του νομικού προσώπου ΚΤΕΛ Α.Ε. ή ΚΤΕΛ ή σε εταιρεία του άρθρου 29 του ν. 588/1977, που είναι ενταγμένη σε τέτοιο φορέα, υπόχρεοι υποβολής ασφαλιστικής ενημερότητας, που ορίζει το άρθρο 13 του π.δ. 258/2005 (Α` 316) είναι τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου αυτών.
2. Η οριζόμενη στο τελευταίο εδάφιο των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 10 του ν. 2579/1998 (Α`31) προθεσμία παρατείνεται έως την 31η Δεκεμβρίου 2016 για τις περιπτώσεις β`, γ` και δ` της παραγράφου 2 του ανωτέρω άρθρου.
Άρθρο 30
Ρυθμίσεις θεμάτων ΟΑΣΘ
1. Η διάρκεια κυκλοφορίας των λεωφορείων του Οργανισμού Αστικών Συγκοινωνιών Θεσσαλονίκης (ΟΑΣΘ) υπολογιζόμενη από την πρώτη ημέρα κυκλοφορίας τους ως καινουργών, δεν μπορεί να υπερβαίνει τα είκοσι (20) έτη. Ως χρόνος απόσβεσης των λεωφορείων, που αποκτήθηκαν ή θα αποκτηθούν μετά την ισχύ του παρόντος νόμου, ορίζονται τα είκοσι (20) έτη, η δε κατ’ έτος αποσβεστέα αξία θα ισούται με το μη αποσβεσθέν υπόλοιπο διαιρούμενο δια του υπολειπόμενου χρόνου απόσβεσης έως τη συμπλήρωση είκοσι (20) ετών κυκλοφορίας.
2. Για τα άτομα που, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία δικαιούνται να διακινούνται με τις αστικές συγκοινωνίες είτε δωρεάν είτε με μειωμένο κόμιστρο, το αρμόδιο Υπουργείο είναι υποχρεωμένο να καταβάλει στον Οργανισμό Αστικών Συγκοινωνιών Θεσσαλονίκης (ΟΑΣΘ) είτε το αντίτιμο του κομίστρου είτε τη διαφορά από το ισχύον κόμιστρο. Το κόμιστρο ή η διαφορά του καταβάλλονται από τους παραπάνω φορείς που ασκούν κοινωνική πολιτική, με βάση τη σύμβαση μεταξύ του ΟΑΣΘ και των αντιστοίχων φορέων. Σε περίπτωση διαφωνίας για τον αριθμό των διακινουμένων επιβατών, αυτός, καθώς και οποιοδήποτε άλλο σχετικό θέμα, καθορίζονται με κοινή απόφαση του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού, μετά από αιτιολογημένη πρόταση του ΟΑΣΘ.
3. Το άρθρο 31 του ν.δ. 3721/1957 (Α`142) καταργείται από 1.1.2014.
4.α. Με απόφαση του Υπουργού Υποδομών και Μεταφορών, μετά από εισήγηση του Οργανισμού Συγκοινωνιακού Έργου Θεσσαλονίκης Ανώνυμη Εταιρία (ΟΣΕΘ), καθορίζεται πρόγραμμα δρομολογίων του Οργανισμού Αστικών Συγκοινωνιών Θεσσαλονίκης (ΟΑΣΘ). Με το παραπάνω πρόγραμμα μπορούν να ορίζονται τα εξής:
1. Τα κυκλοφορούντα λεωφορεία κατά τη χειμερινή και τη θερινή περίοδο.
2. Η κατ’ εξαίρεση σταδιακή λήξη των τελευταίων δρομολογίων μετά τις 24.00 για την καλύτερη εξυπηρέτηση του μεταφορικού έργου και του επιβατικού κοινού.
3. Η λειτουργία τουλάχιστον μίας (1) μεταμεσονύκτιας λεωφορειακής γραμμής σύνδεσης και εξυπηρέτησης των επιβατών από και προς τους σταθμούς άφιξης ή αναχώρησης επισκεπτών (αεροδρόμιο, σταθμός τραίνων, κεντρικός σταθμός υπεραστικών λεωφορείων), διερχόμενης από τις κεντρικές οδικές αρτηρίες της Θεσσαλονίκης.
4. Η υποχρέωση δρομολόγησης, για την εξυπηρέτηση των ατόμων με αναπηρία μετά από καθημερινό προγραμματισμό με βάση τις ανάγκες εξυπηρέτησης τους, τουλάχιστον των δύο (2) εκ των τριών (3) ειδικά διασκευασμένων οχημάτων των εννέα (9) θέσεων εξυπηρέτησης ΑμεΑ (εκ των οποίων 4 θέσεις αναπηρικών αμαξιδίων), που διαθέτει ο ΟΑΣΘ, σε τουλάχιστον δύο (2) βάρδιες κατά τις καθημερινές και σε τουλάχιστον μία (1) τα Σάββατα και τις Κυριακές.
β. Ο ΟΑΣΘ υποχρεούται να εφαρμόζει το παραπάνω πρόγραμμα δρομολογίων.
γ. Μέχρι την έκδοση της απόφασης της περίπτωσης α΄ ισχύει το υφιστάμενο πρόγραμμα δρομολογίων.
5. Κυρώνεται και έχει ισχύ νόμου η υπ’ αριθ. Α οικ. 45787/3551/5.8.2014 κοινή απόφαση του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών και του Υφυπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων (Β` 2283) με θέμα «Οριστικοποίηση συμβατικών δαπανών-εσόδων-αντισταθμιστικής καταβολής χρήσεων 2009, 2010, 2011, 2012 και 2013, καθορισμός τιμολογιακής πολιτικής, επαναπροσδιορισμός συμβατικών δαπανών-εσόδων-αντισταθμιστικής καταβολής χρήσης 2014 και προϋπολογιστικός καθορισμός συμβατικών δαπανών-εσόδων αντισταθμιστικής καταβολής χρήσεων 2015, 2016 και 2017 στον Οργανισμό Αστικών Συγκοινωνιών Θεσσαλονίκης (ΟΑΣΘ)» ως εξής:
Άρθρο 31
Ρυθμίσεις για Ε.Δ.Χ. οχήματα
1. Η περίπτωση β` της παραγράφου 1 του άρθρου 82 του ν. 4070/2012 (Α` 82), όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:
«β) Ε.Δ.Χ. από έξι (6) έως εννέα (9) θέσεων Ειδικής Μίσθωσης (ΕΙΔΜΙΣΘ) χωρίς μετρητή. Τα Ε.Δ.Χ. ΕΙΔΜΙΣΘ αυτοκίνητα που προορίζονται για τη μεταφορά Ατόμων με Ειδικές Ανάγκες πρέπει να είναι ειδικά διασκευασμένα για το σκοπό αυτόν (ΕΙΔΜΙΣΘ ΑμΕΑ) και να εισπράττουν κόμιστρο όπως αυτό καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων».
2. Η παρ. 6 του άρθρου 82 του ν. 4070/2012, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:
«6α. Έναρξη- Τέλος διαδρομής Ε.Δ.Χ. αυτοκινήτου:
αα. Έναρξη διαδρομής: Το σημείο επιβίβασης του επιβάτη.
ββ. Τέλος διαδρομής: Το σημείο αποβίβασης του επιβάτη.
β. Έναρξη- Τέλος λειτουργίας ταξιμέτρου Ε.Δ.Χ.- ΤΑΞΙ αυτοκινήτου.
αα. Έναρξη λειτουργίας ταξιμέτρου: Στις περιπτώσεις μίσθωσης και προμίσθωσης όπου ο επιβάτης βρίσκεται εντός των ορίων της έδρας - διοικητικής μονάδας ή της περιμετρικής, όπου υφίσταται, του Ε.Δ.Χ. -ΤΑΞΙ αυτοκινήτου το ταξίμετρο τίθεται σε λειτουργία με την επιβίβαση - παραλαβή του επιβάτη, ενώ στις περιπτώσεις προμίσθωσης όπου ο επιβάτης βρίσκεται εκτός των ορίων της έδρας - διοικητικής μονάδας ή της περιμετρικής, όπου υφίσταται, του Ε.Δ.Χ. - ΤΑΞΙ, το ταξίμετρο τίθεται σε λειτουργία στο σημείο εξόδου από τα όρια της έδρας - διοικητικής μονάδας ή εκκίνησης του οχήματος.
ββ. Τέλος λειτουργίας ταξιμέτρου: Στο τέλος της διαδρομής του Ε.Δ.Χ.- ΤΑΞΙ αυτοκινήτου.»
3. Η παρ. 10 του άρθρου 82 του ν. 4070/2012, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:
«10. Ταξίμετρο: Η συσκευή που υπολογίζει αυτόματα και καταγράφει κάθε χρονική στιγμή το πληρωτέο, για μεταφορά με Ε.Δ.Χ.- ΤΑΞΙ αυτοκίνητο, χρηματικό ποσό.»
4. Η παρ. 3 του άρθρου 85 του ν. 4070/2012, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Η απόφαση αυτή εκδίδεται μετά από προηγούμενη γνώμη επιτροπής που αποτελείται από τους Προϊσταμένους των Γενικών Διευθύνσεων Μεταφορών και Επικοινωνιών και Αναπτυξιακού Προγραμματισμού, Περιβάλλοντος και Υποδομών της οικείας Περιφέρειας ή τους νόμιμους αναπληρωτές τους, έναν (1) εκπρόσωπο της Διεύθυνσης Τροχαίας του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη, έναν (1) εκπρόσωπο της Περιφερειακής Ένωσης Δήμων της ίδιας αυτής Περιφέρειας και έναν (1) εκπρόσωπό του ή των σωματείων επιτηδευματιών Ε.Δ.Χ. αυτοκινήτων της Περιφέρειας αυτής, έναν (1) εκπρόσωπο του σωματείου εργαζομένων οδηγών ΤΑΞΙ της Περιφέρειας αυτής και έναν (1) εκπρόσωπο από τα Εμπορικά Επιμελητήρια της Περιφέρειας αυτής. Η επιτροπή αυτή συγκροτείται με απόφαση του οικείου Περιφερειάρχη και συνεδριάζει και αποφαίνεται εγκύρως εφόσον παρίστανται και υπογράφουν τη σχετική γνώμη της τρία (3) από τα μέλη της.»
5. Η παρ. 4 του άρθρου 88 του ν. 4070/2012, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:
«4. Η προμίσθωση Ε.Δ.Χ.- ΤΑΞΙ αυτοκινήτου γίνεται από τον επιβάτη προσωπικά ή τηλεφωνικά ή μέσω ειδικών ραδιοδικτύων ταξί ή ηλεκτρονικά ή με οποιονδήποτε άλλο τρόπο με καταβολή του προβλεπόμενου αντιτίμου και της τυχόν ειδικής προσαύξησης. Στην περίπτωση αυτή το ταξίμετρο τίθεται σε λειτουργία κατά τα οριζόμενα της περίπτωσης β` της παραγράφου 6 του άρθρου 82.»
6. Το εδάφιο δ` της παρ. 5 του άρθρου 89 του ν. 4070/2012, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:
«Τα Ε.Δ.Χ. αυτοκίνητα ΤΑΞΙ που τίθενται για πρώτη φορά σε κυκλοφορία πρέπει να είναι είτε καινούρια κατηγορίας EURO 5 ή EURO V ή νεότερης τεχνολογίας είτε μεταχειρισμένα της τελευταίας πενταετίας, του έτους θέσης σε κυκλοφορία μη συμπεριλαμβανομένου.»
7. Στο άρθρο 91 του ν. 4070/2012, όπως ισχύει, προστίθεται παράγραφος 7 ως εξής:
«7. Τα Ε.Δ.Χ. - ΕΙΔΜΙΣΘ ΑμΕΑ αυτοκίνητα επιτρέπεται να μεταφέρουν αποκλειστικά ΑμΕΑ, καθώς και τους συνοδούς αυτών.»
8. Το εδάφιο δ` της παρ. 5 του άρθρου 92 του ν. 4070/2012, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:
«Τα Ε.Δ.Χ. αυτοκίνητα ΕΙΔΜΙΣΘ που τίθενται για πρώτη φορά σε κυκλοφορία πρέπει να είναι είτε καινούργια, κατηγορίας EURO 5 ή EURO V, ή νεότερης τεχνολογίας είτε μεταχειρισμένα της τελευταίας πενταετίας, του έτους θέσης σε κυκλοφορία μη συμπεριλαμβανομένου.»
9. Η υποπερίπτωση (αα) της περίπτωσης (α) της παρ. 2 του άρθρου 102 του ν. 4070/2012 (Α` 82), όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:
«(αα) Αντίγραφο ποινικού μητρώου, από το οποίο να προκύπτει ότι δεν έχει καταδικαστεί αμετακλήτως για ένα από τα αδικήματα του εδαφίου α` του άρθρου 100 του παρόντος νόμου.»
10. Στο άρθρο 102 του ν. 4070/2012, όπως ισχύει, προστίθεται παράγραφος 4 ως εξής:
«4. Δεν επιτρέπεται η μεταβίβαση, πλην των περιπτώσεων γονικής παροχής ή κληρονομικής διαδοχής, των νέων αδειών κυκλοφορίας Ε.Δ.Χ. αυτοκινήτων που προκύπτουν από την εφαρμογή της διαδικασίας των άρθρων 85 και 106 του παρόντος νόμου για χρονικό διάστημα δύο (2) ετών από την ημερομηνία έκδοσης των αποφάσεων του οικείου Περιφερειάρχη της παραγράφου 9 του άρθρου 106 του παρόντος νόμου.»
11. Το τελευταίο εδάφιο των περιπτώσεων α` και β` της παρ. 7 του άρθρου 106 του ν. 4070/2012 (Α` 82) όπως ισχύει, αναδιατυπώνεται ως εξής:
«Άδειες χορηγούνται στους κληρωθέντες».
12. Στο άρθρο 106 του ν. 4070/2012 (Α` 82), όπως ισχύει, προστίθεται παράγραφος 10 ως εξής:
«10. Οι δικαιούχοι νέων αδειών κυκλοφορίας Ε.Δ.Χ. αυτοκινήτων στο όνομα των οποίων έχουν εκδοθεί οι αποφάσεις της προηγούμενης παραγράφου δύνανται εντός αποκλειστικής προθεσμίας οκτώ (8) μηνών από την ημερομηνία έκδοσης αυτών να ταξινομήσουν και να θέσουν σε κυκλοφορία Ε.Δ.Χ. αυτοκίνητα. Αν παρέλθει το ανωτέρω χρονικό διάστημα, χωρίς να ταξινομηθεί και να τεθεί σε κυκλοφορία το αυτοκίνητο, με απόφαση του οικείου Περιφερειάρχη ανακαλείται οριστικά το δικαίωμα θέσης σε κυκλοφορία Ε.Δ.Χ. αυτοκινήτου.»
13. Το πρώτο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 109 του ν. 4070/2012 (Α` 82), αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Για την απόδειξη της συνδρομής των προϋποθέσεων που αναφέρονται στα άρθρα 107 και 108, οι ενδιαφερόμενοι οφείλουν να προσκομίσουν τα ακόλουθα δικαιολογητικά που πρέπει να έχουν εκδοθεί, πλην των δικαιολογητικών (i) και (ii) της ενότητας Β` της παρούσας παραγράφου, μετά την πρώτη ημερομηνία δημοσίευσης της Πρόσκλησης των οικείων Περιφερειαρχών του άρθρου 106.»
14. Η παρ. 1 του άρθρου 110 του ν. 4070/2012 (Α` 82) όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Για την απόδειξη της υπάρξεως ικανής οικονομικής επιφανείας στο πρόσωπό τους, τα πρόσωπα της παραγράφου 1 του άρθρου 109 του παρόντος οφείλουν μαζί με την αίτησή τους να καταθέσουν και εγγυητική επιστολή υπέρ Δημοσίου, ποσού πέντε χιλιάδων ευρώ (5.000 ευρώ) για καθεμία άδεια για την οποία ενδιαφέρονται.»
15. Στο άρθρο 111 του ν. 4070/2012, όπως ισχύει, προστίθεται παράγραφος 7 ως εξής:
«7. Ειδικά για τις έδρες- διοικητικές μονάδες των Περιφερειών όπου έως τη δημοσίευση του παρόντος έχει εφαρμοστεί για πρώτη φορά η διαδικασία αδειοδότησης των άρθρων 85 και 106 του ν. 4070/2012, οι δικαιούχοι νέων αδειών κυκλοφορίας Ε.Δ.Χ. αυτοκινήτων στο όνομα των οποίων έχουν εκδοθεί αποφάσεις έγκρισης παραχώρησης θέσης σε κυκλοφορία Ε.Δ.Χ. αυτοκινήτων, δύνανται να τα ταξινομήσουν έως τις 30.4.2015. Αν παρέλθει η ανωτέρω προθεσμία, χωρίς να ταξινομηθεί και να τεθεί σε κυκλοφορία το αυτοκίνητο, με απόφαση του οικείου Περιφερειάρχη ανακαλείται οριστικά το δικαίωμα θέσης σε κυκλοφορία Ε.Δ.Χ. αυτοκινήτου.»
16. Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 14 των προεδρικών διαταγμάτων 243 και 244/1987 (Α` 104) όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:
«Αν ο υποψήφιος παρουσιάζει Ειδικές Μαθησιακές Δυσκολίες (λ.χ. δυσλεξία), η ειδική εξέτασή του πραγματοποιείται προφορικά από την επιτροπή των εξετάσεων η οποία του διαβάζει το ερωτηματολόγιο και σημειώνει τις αντίστοιχες απαντήσεις του. Σε περίπτωση εγκατάστασης και χρήσης Μηχανογραφικού Συστήματος για τη διεξαγωγή της ειδικής εξέτασης υποψηφίων για την απόκτηση ειδικής άδειας οδήγησης Ε.Δ.Χ. αυτοκινήτου, τότε στους εν λόγω υποψηφίους εφαρμόζονται αναλόγως οι ρυθμίσεις περί της εξέτασης υποψηφίων για την απόκτηση άδειας οδήγησης, εξετάζονται δηλαδή με τη βοήθεια προσωπικών ακουστικών και με εκφώνηση των ερωτηματολογίων από την επιτροπή των εξετάσεων.
Ειδικότερα, οι υποψήφιοι που παρουσιάζουν Ειδικές Μαθησιακές Δυσκολίες καταθέτουν γνωμάτευση της Δευτεροβάθμιας Ιατρικής Επιτροπής (Δ.Ι.Ε.). Η γνωμάτευση αυτή εκδίδεται κατόπιν ειδικής διαγνωστικής έκθεσης που βεβαιώνει την ύπαρξη ειδικής μαθησιακής δυσκολίας και χορηγείται από το σχετικό για το σκοπό αυτόν τομέα, Κρατικό Ίδρυμα ή Κρατικό Νοσοκομείο και προσκομίζεται στη Δ.Ι.Ε. κατά την εξέταση.»
17. Το άρθρο 104 του ν. 4199/2013 (Α` 216) καταργείται.
Άρθρο 32
Κατηγορίες παραβάσεων λειτουργίας των Ε.Δ.Χ. αυτοκινήτων
1. Οι παραβάσεις της νομοθεσίας για τη λειτουργία των Ε.Δ.Χ. αυτοκινήτων που έχουν ταξινομηθεί στη Ελλάδα, καθώς και των Ε.Δ.Χ. αυτοκινήτων που φέρουν αλλοδαπές πινακίδες κυκλοφορίας κατατάσσονται, ανάλογα με τη σοβαρότητά τους, στις κατωτέρω κατηγορίες:
α) Ελαφρές παραβάσεις.
β) Σοβαρές παραβάσεις.
γ) Πολύ σοβαρές παραβάσεις.
δ) Ιδιαζόντως σοβαρές παραβάσεις.
2. Τα ύψη των διοικητικών προστίμων για τις κατηγορίες παραβάσεων της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου προσδιορίζονται ως εξής:
α) Για τις ελαφρές: από πενήντα (50,00) έως εκατό (100.0) ευρώ.
β) Για τις σοβαρές: από εκατό (100,00) έως τριακόσια (300.0) ευρώ.
γ) Για τις πολύ σοβαρές: από τριακόσια (300,00) έως εξακόσια (600,00) ευρώ.
δ) Για τις ιδιαζόντως σοβαρές: από εξακόσια (600,00) έως τρεις χιλιάδες (3.000,00) ευρώ.
3. Στους παραβάτες των διατάξεων περί λειτουργίας Ε.Δ.Χ. αυτοκινήτων μπορεί να επιβάλεται από τα αρμόδια κατά περίπτωση όργανα, πέραν των διοικητικών προστίμων της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, η διοικητική κύρωση της αφαίρεσης των στοιχείων κυκλοφορίας του αυτοκινήτου (άδεια και πινακίδες κυκλοφορίας) ή της αφαίρεσης της ειδικής άδειας οδήγησης Ε.Δ.Χ. αυτοκινήτου για χρονικό διάστημα από τρεις (3) ημέρες έως έξι (6) μήνες στους ιδιοκτήτες,εκμεταλλευτές ή οδηγούς των οχημάτων.
4. Με απόφαση του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων κατατάσσονται, ανάλογα με τη σοβαρότητά τους, οι παραβάσεις του εκάστοτε ισχύοντος νομοθετικού πλαισίου περί λειτουργίας Ε.Δ.Χ. αυτοκινήτων στις κατηγορίες της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, καθορίζονται τα διοικητικά πρόστιμα και οι διοικητικές κυρώσεις ανά κατηγορία παράβασης, η διαδικασία βεβαίωσης και επιβολής αυτών από τα αρμόδια όργανα ελέγχου του άρθρου 104 του ν.4070/2012 όπως ισχύει, καθώς και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια. Με την ίδια απόφαση του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, και υπό την επιφύλαξη των διατάξεων των περιπτώσεων α`, β` και δ` του άρθρου 100 του ν. 4070/2012 (Α` 82) όπως ισχύει, καθορίζονται οι παραβάσεις που εξετάζονται, καθώς και τα διοικητικά πρόστιμα και κυρώσεις που επιβάλλονται από τα πειθαρχικά συμβούλια που είναι αρμόδια για τον έλεγχο εφαρμογής της ισχύουσας νομοθεσίας περί λειτουργίας Ε.Δ.Χ. αυτοκινήτων.
5. Μετά την έκδοση της απόφασης της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου παύει η ισχύς των διατάξεων των άρθρων 22 και 23 των προεδρικών διαταγμάτων 243 και 244/1987 (Α` 104), των περιπτώσεων γ` και δ` της παρ. 5 του άρθρου 8 του ν. 2801/2000 (Α` 46) όπως ισχύει, των παραγράφων 2, 3 και 4 του άρθρου 98 και το άρθρο 101 του ν. 4070/2012 όπως ισχύει.
Άρθρο 33
Ρυθμίσεις για εκμισθωμένα Ι.Χ. αυτοκίνητα με οδηγό
Η παρ. 1 του άρθρου 105 του ν. 4199/2013 (Α` 216) αντικαθίσταται ως εξής:
«1.α. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων και Τουρισμού και με την επιφύλαξη της παρ. 1 του άρθρου 18 του ν. 1903/1990 (Α` 142), όπως ισχύει, καθορίζονται τα διακριτικά γνωρίσματα και λοιπά αποδεικτικά στοιχεία που φέρουν τα εκμισθωμένα επιβατηγά ιδιωτικής χρήσης (Ε.Ι.Χ.) αυτοκίνητα με οδηγό προκειμένου να πραγματοποιούνται οι μεταφορές της περίπτωσης 1 της υποπαραγράφου Η.2 της παραγράφου Η του άρθρου πρώτου του ν.4093/2012 (Α` 222) όπως ισχύει, τα διοικητικά πρόστιμα και κυρώσεις για κάθε είδος παράβασης,καθώς και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια.
β. Για κάθε περίπτωση εκτέλεσης μεταφοράς με εκμισθωμένα επιβατηγά ιδιωτικής χρήσης (ΕΙΧ) αυτοκίνητα με οδηγό που δε φέρουν τα διακριτικά γνωρίσματα και τα λοιπά αποδεικτικά στοιχεία της κοινής απόφασης της προηγούμενης παραγράφου επιβάλλεται από την Ελληνική Αστυνομία και το Λιμενικό Σώμα - Ελληνική Ακτοφυλακή, για τους χώρους ευθύνης του, στις επιχειρήσεις της περίπτωσης 1 της υποπαραγράφου Η2 της παραγράφου Η του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012 (Α` 222) όπως ισχύει διοικητικό πρόστιμο ύψους από διακόσια ευρώ (200 ευρώ) έως οκτακόσια ευρώ (800 ευρώ) και διοικητική κύρωση αφαίρεσης στοιχείων κυκλοφορίας του αυτοκινήτου (άδεια και πινακίδες κυκλοφορίας) για χρονικό διάστημα από δέκα (10) έως τριάντα (30) ημέρες.»
Άρθρο 34
Τροποποίηση διατάξεων του ν. 2963/2001
1. Στο τέλος της παρ. 3 του άρθρου 12 του ν. 2963/2001, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, προστίθεται εδάφιο που έχει ως εξής:
«Δικαιούχοι της ενίσχυσης των επενδύσεων είναι και πολύτεκνοι που μετά την παρέλευση κατ’ ελάχιστον διετίας από την ημερομηνία θέσης σε κυκλοφορία και ένταξης σε ΚΤΕΛ του ΛΔΧ για το οποίο είχαν υποβάλει εμπροθέσμως αίτηση, το μεταβίβασαν πριν την ημερομηνία καταβολής της α` δόσης της ενίσχυσης. Μετά την ικανοποίηση των αιτήσεων για τις ενισχύσεις των επενδύσεων των εδαφίων α`, β`, γ` και δ` της παρ. 2, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 52 του ν. 4199/2013 (Α` 216) και της παρ. 1 του άρθρου 13 του ν. 4233/2014, τυχόν αδιάθετο υπόλοιπο πιστώσεων, από το ως άνω συμπληρωματικό ποσό, διατίθεται, μέχρις εξαντλήσεώς του, για την ικανοποίηση αιτήσεων που είχαν υποβληθεί στο Υπουργείο Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων μέχρι 30 Απριλίου 2014, κατ’ απόλυτη προτεραιότητα, εφόσον τα έργα έχουν ολοκληρωθεί.»
2. Το τελευταίο εδάφιο της περίπτωσης α` της παραγράφου 1 του άρθρου 13 του ν. 2963/2001 (Α` 268) αντικαθίσταται ως εξής:
«Από το ανωτέρω ποσό, το εβδομήντα τοις εκατό τουλάχιστον διατίθεται αποκλειστικά για την ενίσχυση των ασθενέστερων ΚΤΕΛ Α.Ε. και ΚΤΕΛ και το υπόλοιπο διατίθεται για μελέτες και έργα εκσυγχρονισμού των φορέων αυτών, καθώς και του Συνεταιρισμού «ΚΣΑΥΛΕ» για την εκπόνηση μελετών, έργων και πρόσληψης τεχνικών συμβούλων προς το σκοπό της υλοποίησης του νέου Κεντρικού Σταθμού Υπεραστικών Λεωφορείων.»
3. Μετά την παρ. 2 του άρθρου 41 του ν. 2963/2001 προστίθεται παράγραφος 2.α ως εξής:
«2.α. Τα όργανα των επιτόπιων ελέγχων των ΚΤΕΟ, που καθορίζονται στην απόφαση της προηγουμένης παραγράφου, μπορεί να συνεπικουρούνται και από φυσικά ή νομικά πρόσωπα του ιδιωτικού τομέα, που διαθέτουν πιστοποίηση ελεγκτή ΚΤΕΟ, η οποία χορηγείται από αναγνωρισμένο φορέα πιστοποίησης με βάση τους όρους και τις προϋποθέσεις που καθορίζονται με την απόφαση του τελευταίου εδαφίου της παρούσας παραγράφου. Για την παροχή των υπηρεσιών αυτών, τα εν λόγω πρόσωπα συμβάλλονται με το Υπουργείο Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, όταν πρόκειται για συνεπικουρία οργάνων ελέγχου του Υπουργείου, και με τις οικείες Περιφέρειες, όταν πρόκειται για συνεπικουρία οργάνων της Περιφέρειας. Στη σύμβαση καθορίζονται το είδος της συνεπικουρίας και ο τρόπος συνεργασίας των οργάνων ελέγχου με τα συνεπικουρούντα πρόσωπα, καθώς και το ύψος και ο τρόπος υπολογισμού της αποζημίωσης των τελευταίων. Η δαπάνη της αποζημίωσης καλύπτεται από το ποσό που προβλέπεται στην παράγραφο 1 του άρθρου 39 του παρόντος. Με απόφαση του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων καθορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούν τα πρόσωπα του ιδιωτικού τομέα, προκειμένου να πιστοποιηθούν ως ελεγκτές ΚΤΕΟ.»
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ΄
ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΙΚΕΣ ΜΕΤΑΦΟΡΕΣ
Άρθρο 35
Σύσταση Μικτών Κλιμακίων Ελέγχου σε δήμους
Στο άρθρο 1 του ν. 3446/2006 (Α` 49) προστίθεται παράγραφος 11 ως εξής:
«11. Στις παραμεθόριες περιοχές όπως ορίζονται στο ν. 287/1976 (Α` 78), όπως ισχύει, μπορούν να συστήνονται ένα ή περισσότερα Μικτά Κλιμάκια Ελέγχου Δήμων Παραμεθόριων Περιοχών (ΜΚΕ-ΔΠΠ). Τα έσοδα από την είσπραξη των προστίμων που επιβάλλουν τα ΜΚΕ-ΔΠΠ αποτελούν έσοδα των Δήμων και οι αμοιβές των προσώπων που μετέχουν σε αυτά βαρύνουν τον προϋπολογισμό των οικείων δήμων. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Εσωτερικών και Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων ρυθμίζονται τα θέματα σχετικά με τη συγκρότηση, τη σύνθεση, την τοπική αρμοδιότητα ελέγχου, τη σύμφωνη με τις κείμενες διατάξεις αποζημίωση των μελών τους και κάθε άλλο θέμα σχετικά με τη λειτουργία τους.»
Άρθρο 36
Τροποποίηση διατάξεων του ν. 3446/2006
1. Το άρθρο 2 του ν. 3446/2006 (Α` 49) αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 2
Αρχές ελέγχου φορτηγών οχημάτων
Ο έλεγχος της εφαρμογής της κείμενης νομοθεσίας για την κυκλοφορία των ελληνικών και αλλοδαπών φορτηγών οχημάτων ιδιωτικής και δημόσιας χρήσης και τις διενεργούμενες με αυτά μεταφορές και των λεωφορείων ελληνικών και αλλοδαπών ιδιωτικής και δημόσιας χρήσης, καθώς και η επιβολή των διοικητικών κυρώσεων για τις παραβάσεις των υποχρεώσεων που προβλέπονται στις υπουργικές αποφάσεις που εκδίδονται, σύμφωνα με το άρθρο 4Β, ανατίθεται στις ακόλουθες αρχές, στο πλαίσιο της αρμοδιότητάς τους:
α) στη Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων,
β) στο Σώμα Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος (ΣΔΟΕ),
γ) στις Λιμενικές και Τελωνειακές Αρχές,
δ) στις Αστυνομικές Αρχές,
ε) στα Μικτά Κλιμάκια Ελέγχου,
στ) στα Μικτά Κλιμάκια Ελέγχου Δήμων Παραμεθόριων Περιοχών.»
2. Το άρθρο 4 του ν. 3446/2006 αντικαθίσταται από τα άρθρα 4, 4A και 4Β ως εξής:
«Άρθρο 4
1. Οι παραβάσεις της νομοθεσίας για την κυκλοφορία των ελληνικών και αλλοδαπών φορτηγών και λεωφορείων ιδιωτικής και δημοσίας χρήσης μεταφοράς εμπορευμάτων και επιβατών αντίστοιχα και για την πραγματοποίηση εμπορευματικών και επιβατικών μεταφορών αναφορικά με τα ζητήματα που απαριθμούνται στο άρθρο 4Β και η κατάταξη των παραβάσεων ανάλογα με τη σοβαρότητά τους, προσδιορίζονται ειδικότερα με υπουργικές αποφάσεις που εκδίδονται κατ’ εξουσιοδότηση του άρθρου 4Β.
2. Οι παραβάσεις κατατάσσονται ανάλογα με το βαθμό σοβαρότητάς τους στις εξής κατηγορίες:
ιδιαζόντως σοβαρή παράβαση, πολύ σοβαρή παράβαση, σοβαρή παράβαση και ελαφρά παράβαση.
3. Η σοβαρότητα μίας παράβασης καθορίζεται με βάση τα εξής κριτήρια:
(α) την πιθανότητα να δημιουργήσει κίνδυνο θανάτου ή τραυματισμού, βλάβης στην περιουσία του παραβάτη ή τρίτων ή όχληση,
(β) την πιθανότητα να προκαλέσει ζημία του περιβάλλοντος ή του οδικού δικτύου,
(γ) τη δυνατότητά της να εμποδίσει τον έλεγχο τήρησης της νομοθεσίας οδικών μεταφορών από τα αρμόδια όργανα ή να αλλοιώσει τα αποτελέσματα του ελέγχου, (δ) τη δυνατότητά της να προκαλέσει διατάραξη της αγοράς των εθνικών εμπορευματικών και/ή επιβατικών μεταφορών.
Άρθρο 4Α
Διοικητικά πρόστιμα
1. Για τις παραβάσεις της νομοθεσίας οδικών μεταφορών που προβλέπονται σε αυτόν το νόμο και στις υπουργικές αποφάσεις που εκδίδονται με εξουσιοδότησή του, οι αρχές ελέγχου του άρθρου 2 επιβάλλουν τις ακόλουθες διοικητικές κυρώσεις:
(α) Για ιδιαζόντως σοβαρή παράβαση:
Διοικητικό πρόστιμο
- στον ιδιοκτήτη: από χίλια (1.000) έως τρεις χιλιάδες (3.0) ευρώ,
- στον οδηγό: από εξακόσια (600) έως χίλια (1.000) ευρώ,
- στον υπεύθυνο φόρτωσης: από χίλια (1.000) έως τρεις χιλιάδες (3.000) ευρώ,
- στους λοιπούς συμμετέχοντες ανάλογα με τις υποχρεώσεις ασφάλειας έκαστου, σύμφωνα με το κεφάλαιο 1.4 του Παραρτήματος Ι.1 της Οδηγίας 2008/68/ΕΚ, όπως κάθε φορά ισχύει: από εξακόσια (600) έως χίλια (1.000) ευρώ.
(β) Για πολύ σοβαρή παράβαση:
Διοικητικό πρόστιμο
- στον ιδιοκτήτη: από τριακόσια (300) έως εξακόσια (600) ευρώ.
- στον οδηγό: από εκατό (100) έως τετρακόσια (400) ευρώ.
- στον υπεύθυνο φόρτωσης: από τριακόσια (300) έως εξακόσια (600) ευρώ.
- στους λοιπούς συμμετέχοντες ανάλογα με τις υποχρεώσεις ασφάλειας έκαστου, σύμφωνα με το Κεφάλαιο 1.4 του Παραρτήματος Ι.1 της Οδηγίας 2008/68/ΕΚ, όπως κάθε φορά ισχύει: από εκατό (100) έως τετρακόσια (400) ευρώ.
(γ) Για σοβαρή παράβαση:
Διοικητικό πρόστιμο
- στον ιδιοκτήτη: από διακόσια πενήντα (250) έως τετρακόσια πενήντα (450) ευρώ,
- στον οδηγό: από εξήντα (60) έως τριακόσια (300) ευρώ,
- στον υπεύθυνο φόρτωσης: από διακόσια πενήντα (250) έως τετρακόσια πενήντα (450) ευρώ,
- στους λοιπούς συμμετέχοντες ανάλογα με τις υποχρεώσεις ασφάλειας έκαστου, σύμφωνα με το Κεφάλαιο 1.4 του Παραρτήματος Ι.1 της Οδηγίας 2008/68/ΕΚ, όπως κάθε φορά ισχύει: από εξήντα (60) έως τριακόσια (300) ευρώ,
(δ) Για ελαφρά παράβαση:
Διοικητικό πρόστιμο
- στον ιδιοκτήτη: από διακόσια (200) έως τετρακόσια (400) ευρώ,
- στον οδηγό: από πενήντα (50) έως διακόσια (200) ευρώ.
2. Στους ιδιοκτήτες που είναι και οδηγοί των οχημάτων του καταλογίζεται μόνο το πρόστιμο που αφορά τον ιδιοκτήτη. Σε περίπτωση μισθωμένου οχήματος, το πρόστιμο για τον ιδιοκτήτη καταλογίζεται στον μισθωτή.
3. Ο ιδιοκτήτης του οχήματος είναι υπεύθυνος για τις παραβάσεις που διαπράττονται από τον οδηγό που χρησιμοποιεί για την πραγματοποίηση της μεταφοράς. Σε περίπτωση οχήματος μισθωμένου χωρίς οδηγό, υπεύθυνος για τις παραβάσεις του οδηγού είναι ο μισθωτής.
4. Τα ανωτέρω πρόστιμα καταβάλλονται μειωμένα κατά 50%, εφόσον εξοφλούνται εντός δέκα (10) ημερολογιακών ημερών από την ημερομηνία επιβολής τους.
Άρθρο 4Β
Εξουσιοδοτικές διατάξεις
1. Με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Οικονομικών, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων και του κατά περίπτωση συναρμόδιου Υπουργού καθορίζονται οι παραβάσεις της νομοθεσίας οδικών μεταφορών που αφορά:
α) την πρόσβαση στην αγορά των εθνικών και διεθνών οδικών εμπορευματικών και επιβατικών μεταφορών και τη διενέργεια μεταφορών με φορτηγά και λεωφορεία δημόσιας και ιδιωτικής χρήσης, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία, τους Κανονισμούς (ΕΚ) 1072/2009 και 1073/2009 και τις διμερείς και πολυμερείς διεθνείς συμφωνίες οδικών εμπορευματικών και επιβατικών μεταφορών, όπως κάθε φορά ισχύουν,
β) τις ώρες οδήγησης, τα διαλείμματα και τις περιόδους ανάπαυσης των οδηγών που απασχολούνται στην οδική μεταφορά εμπορευμάτων και επιβατών και τη συσκευή ελέγχου στον τομέα των οδικών μεταφορών, σύμφωνα με τον Κανονισμό (ΕΟΚ) 3821/85, τον Κανονισμό (ΕΚ) 561/2006 και την Ευρωπαϊκή Συμφωνία της Γενεύης του 1970 για την Εργασία των Πληρωμάτων των Οχημάτων που εκτελούν Διεθνείς Οδικές Μεταφορές («AETR»), όπως ισχύουν κάθε φορά, γ) τις απαιτήσεις οι οποίες πρέπει να πληρούνται κατά τη μεταφορά επικίνδυνων εμπορευμάτων, σύμφωνα με το Παράρτημα Ι της Οδηγίας 2008/68/ΕΚ, όπως ισχύει κάθε φορά και ενσωματώνεται στην εθνική μας νομοθεσία,
δ) τις απαιτήσεις για τον ειδικό εξοπλισμό που χρησιμοποιείται για τη μεταφορά ευπαθών τροφίμων, σύμφωνα με τη Συμφωνία ΑΤΡ όπως ισχύει κάθε φορά και ενσωματώνεται στην εθνική μας νομοθεσία,
ε) τα μέγιστα βάρη και διαστάσεις, την ασφαλή φόρ- τωση και έλξη οχημάτων, τις επιτρεπόμενες αλλαγές ή τροποποιήσεις του οχήματος, τα τεχνικά χαρακτηριστικά συστημάτων, κατασκευαστικών στοιχείων και χωριστών τεχνικών μονάδων και γενικότερα την ασφαλή κυκλοφορία του οχήματος όπως ρυθμίζονται από τον Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας και την υπόλοιπη εθνική και κοινοτική νομοθεσία που ισχύει κάθε φορά,
στ) τις ελλείψεις που διαπιστώνονται κατά τη διενέργεια του οδικού τεχνικού ελέγχου των οχημάτων επαγγελματικής χρήσης που κυκλοφορούν στη χώρα μας για τη διαπίστωση της τεχνικής τους καταλληλότητας.
2. Με τις ίδιες αποφάσεις κατατάσσονται οι παραβάσεις σε κατηγορίες ανάλογα με τη σοβαρότητά τους, καθορίζονται οι διοικητικές κυρώσεις εντός των ορίων του άρθρου 4Α ανάλογα με τη σοβαρότητα κάθε παράβασης, οι διοικητικές κυρώσεις που καταλογίζονται σε περίπτωση συρροής παραβάσεων και σε περίπτωση υποτροπής, τα πρόσωπα που είναι υπόχρεα για την καταβολή των προστίμων, τα διοικητικά μέτρα που επιβάλλονται, οι ειδικές απαιτήσεις για τη σύνθεση των οργάνων ελέγχου και ο ελάχιστος εξοπλισμός που απαιτείται για τον έλεγχο.
3. Με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Οικονομικών, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων και του κατά περίπτωση συναρμόδιου Υπουργού, ρυθμίζονται για καθεμία από τις αρχές ελέγχου του άρθρου 2 τα ειδικά θέματα σχετικά με τη διαδικασία ελέγχου, τα σημεία ελέγχου, τους χώρους ελέγχου, τη διαπίστωση, καταλογισμό, επιβολή και είσπραξη των διοικητικών προστίμων και την απόδοσή τους στον Κρατικό Προϋπολογισμό και τη συγκέντρωση και επεξεργασία στατιστικών στοιχείων για τους οδικούς ελέγχους της νομοθεσίας μεταφορών.
4. Με απόφαση του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων καθορίζεται ενιαίο έντυπο ελέγχου με παραρτήματα για κάθε κατηγορία ελέγχου που πραγματοποιείται.
5. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων και του κατά περίπτωση συναρμόδιου Υπουργού καθορίζεται για κάθε αρχή ελέγχου σύστημα αρχικής εκπαίδευσης και περιοδικής επιμόρφωσης στον έλεγχο της νομοθεσίας οδικών μεταφορών, οι εκπαιδευόμενοι, το εκπαιδευτικό υλικό, ο φορέας και η μεθοδολογία της εκπαίδευσης.»
3. Έως την έκδοση των αποφάσεων των παραγράφων 1, 2 και 3 του άρθρου 4Β του ν.3446/2006 εξακολουθούν να ισχύουν και να εφαρμόζονται οι διατάξεις των παραγράφων 1, 2 και 3 του άρθρου 4 του ν. 3446/2006 (Α` 49), όπως ίσχυαν πριν από την τροποποίησή τους με τον παρόντα νόμο. Ομοίως εξακολουθεί να ισχύει και να εφαρμόζεται από τα όργανα ελέγχου η αριθμ. Φ2/55009/4626/00/2002 απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονο&mu